Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

τὸν ναόν

  • 1 ὑπό

    ὑπό [pron. full] [ῠ], Prep. with gen., dat., and acc.: [dialect] Aeol. [full] ὐπά Alc.39; [dialect] Boeot. [full] ὑπά
    A

    Ἀρχ.Δελτ. 14

    Pl. ii 19 (Thespiae, iii B.C.); [dialect] Ion. ηυπύ only in IG 14.871 (Cumae, v B.C.); Arc. [full] ὁπύ Schwyzer 664.15,21 (Orchom.Arc., iv B.C.); in [dialect] Ep. [full] ὑπαί (also B. 12.139): this is found in Hom. only six times as a well-attested reading (

    ὑ. πόδα Il.2.824

    ,

    ὑ. δέ 3.217

    , 11.417, 12.149,

    ὑ. δείους 10.376

    , 15.4); elsewh. (before λ ν ρ ϝ ) it is weakly attested as v. l. for ὑπὸ ([etym.] ?ὑπόX ¯ ), e.g. ποσσὶ δ' ὑπὸ (v.l. ὑπαὶ)

    λιπαροῖσι Il.2.44

    , al.; but ὑπαὶ νεφέων is given by most codd. in Il.15.625, 16.375 (v. Allen ed. maj.), and

    ὑπαὶ νεφέεσσι Anon.

    ap. Plu.2.38e; also in compds.,

    ὑπαιδείδοικα h.Merc. 165

    , ὑπαιφοινίσσω (q. v.); it is not freq. in Trag. Poets, A.Ag. 892, 944, 1164 (lyr.), Eu. 417, S.El. 711, 1418 (lyr.), Inach. in PTeb. 692 ii5 (lyr.), E.El. 1188 (lyr.), Ar. Ach. 970 (paratrag.). (With ὑπό ([etym.] ὕπο) cf. Skt. úpa 'towards, near to, etc.', Goth. uf 'under'.)
    A WITH GENITIVE,
    I of Place, with Verbs of motion, from under, αὖτις ἀναστήσονται ὑ. ζόφου they will rise again from under the gloom, Il.21.56;

    ὑ. χθονὸς ἧκε φόωσδε Hes.Th. 669

    ;

    ῥέει κρήνη ὑ. σπείους Od.9.141

    , cf. Pl.Phdr. 230b;

    ὄσσε δεινὸν ὑ. βλεφάρων ἐξεφάανθεν Il.19.17

    ; ἐσιδόντες ὑπαὶ χειμῶνος αἴγλαν from under the storm-cloud, B.12.139; esp. of rescuing from under another's power, after the Verbs ἐρύεσθαι, ἁρπάζειν, ῥύεσθαι, ἐρύειν, Il.9.248, 13.198, 17.224, 235;

    ἤγαγεν ὑμέτερόνδ' ἀνδροκτασίης ὕ. λυγρῆς

    from the consequences of,

    23.86

    ; also ἵππους μὲν λῦσαν ὑ. ζυγοῦ from under the yoke, 8.543, Od.4.39; ὑπ' ἀρνειοῦ λυόμην I loosed myself from under the ram, 9.463; σπλάγχνων ὕπο ματέρος μόλεν, i.e. was born, Pi.N.1.35, cf. O.6.43; rarely in Trag.,

    ὑ. πτερῶν σπάσας E.Andr. 441

    ;

    περᾷ γὰρ ἥδ' ὑ. σκηνῆς πόδα Id.Hec.53

    ; once in Hdt.,

    τὰς δέ οἱ ἵππους ὑ. τοῦ ἅρματος νεμομένας ἀφανισθῆναι 4.8

    ;

    αἴ τις ὑ. τῶν νομίων τῶν ἐπιϝοικων ἀνχωρέῃ SIG47.27

    (Locris, v B.C.); cf. ὑπέκ.
    2 of the object under which a thing is or is placed, under, beneath, with collat. sense of motion, as μοχλὸν ὑ. σποδοῦ ἤλασα πολλῆς thrust it in under the embers, Od. 9.375;

    ὑ. στέρνοιο τυχήσας Il.4.106

    ;

    τοὺς μὲν ὑ. χθονὸς εὐρυοδείης πέμψαν Hes.Th. 717

    : also without the sense of motion,

    ὑπ' ἀνθερεῶνος ὀχεὺς τέτατο Il.3.372

    ;

    βάθιστον ὑ. χθονός ἐστι βέρεθρον 8.14

    ;

    ἐτέθαπτο ὑ. χθονός Od.11.52

    ;

    κεκευθὼς πολεμίας ὑ. χθονός A.Th. 588

    ;

    ὑπ' ἀγκῶνος βέλη Pi.O.2.83

    ;

    νέρθεν ὑπ' ἐγκεφάλοιο Il.16.347

    ;

    τὰ ὑ. γῆς δικαιωτήρια Pl.Phdr. 249a

    ;

    δεξιὰν ὑφ' εἵματος κρύπτειν E.Hec. 342

    ; φέρειν ζώνης ὕπο ib. 762: Thom.Mag.p.375 R. says that ὑ. = under takes gen. in [dialect] Att., acc. in 'Hellenic' Greek; κατακρύψας ὑ. κόπρου, which is v.l. in Od.9.329 for ὑ. κόπρῳ, is called by Eust.1631.36 Ἀττικώτερον, ὁποῖον καὶ τὸ φέρειν τι ὑ. κόλπου ἢ ὑ. μάλης (v. κόλπος, μάλη); but in [dialect] Att. Prose, Hdt., and the Koine ὑ. c. gen. in signfs. 1.1, 2 is almost limited to these and a few other phrases, esp. ὑ. γῆς; it is not found at all in Th., LXX, Ptolemaic papyri, and NT; X. has ὑ. ἁμάξης ( = from under) An.6.4.22,25; the Orators have only ὑ. μάλης, Lys.Fr.54, D.29.12; ὑ. γῆς is found in Pl.Ap. 18b, Mx. 246d, R. 414d, al., Arist.Mete. 352b6, al., Hipparch.2.2.45, Plb.18.18.10 ([etym.] ὑ. τῆς γῆς), 21.28.3,10.
    II of Cause or Agency, freq. with pass. Verbs, and with intr. Verbs in pass. sense,

    μή πως τάχ' ὑπ' αὐτοῦ δουρὶ δαμήῃς Il.3.436

    , cf. 4.479;

    ἡνιόχοιο ἐν κονίῃσι πεσόντος ὑφ' Ἕκτορος 17.428

    ; εὖτ' ἂν πολλοὶ ὑφ' Ἕκτορος θνῂσκοντες πίπτωσι 1.242;

    τὸν.. τοκέα ὑ. τοῦ.. παιδὸς ἀποθνῄσκειν Hdt.1.137

    ;

    οἵαις ὑπ' αὐτοῦ πημοναῖσι κάμπτομαι A.Pr. 308

    , cf. Th.7, al.;

    πέλεκυς.. ὅς τ' εἶσιν διὰ δουρὸς ὑπ' ἀνέρος Il.3.61

    ;

    ὑπ' Ἀχαιῶν.. φοβέοντο.. ἀπὸ νηῶν 16.303

    ;

    πάσχειν δὲ κακῶς ἐχθρὸν ὑπ' ἐχθρῶν A.Pr. 1042

    (anap.);

    ὑ. τοῦ Μήδου δεινότερα τούτων πάσχοντες Th.1.77

    ;

    ἐκπεσόντες ὑ. τοῦ πλήθους Id.4.66

    ;

    ἀναστάτων Καμαριναίων γενομένων ὑ. Συρακοσίων Id.6.5

    ;

    ὑφ' ὑμῶν αὐτῶν καὶ μὴ ὑ. τῶν πολεμίων τοῦτο παθεῖν Id.4.64

    ; κλύοντές ἐσμεν αἰσχίστους λόγους.. τοῦδ' ὑπ' ἀνδρὸς ἀρτίως we have been called shameful names by.., S.Aj. 1321; κακῶς ὑ. τῶν πολιτῶν ἀκούειν to be ill spoken of by.., Isoc.4.77, cf. Pl.Hp.Ma. 304e, X.An. 7.7.23; of a subordinate agent, ὑ. κήρυκος προαγορεύειν, ἀπειπεῖν κηρύκων ὕπο, Hdt.9.98, E.Alc. 737, cf. Th.6.32;

    ἐμῶν ὑπ' ἀγγέλων.. πορεύεται S.Tr. 391

    ;

    ὑ. ἀγγέλων πέμπων Pl.Phlb. 66a

    : sts. with a verbal Subst., τὸ ὑ. νόμου ἐπίταγμα (i. e. ἐπιταττόμενον) Id.R. 359a;

    ἐκφορὰ φίλων ὕπο A.Th. 1029

    ;

    ἡ ὑπ' ἀρετῆς Ἡρακλέους παίδευσις X. Mem.2.1.34

    ;

    ἡ ὑ. πάντων τιμή Id.Cyr.3.3.2

    ;

    Ἥρας δεσμοὶ ὑ. ὑέος Pl. R. 378d

    ; so ἄτρωτον ἦν ὑ. στύγους ( = οὐ τετρωμένον) prob. in A.Ch. 532.
    2 also in pregnant phrases, not only of the immediate act of the agent, but also of its further result, ὅθ' ὑ. λιγέων ἀνέμων σπέρχωσιν ἄελλαι hasten driven on by them, Il.13.334; ὑφ' Ἕκτορος.. φεύγοντες fleeing before him, 18.149,

    χάσσονται ὑπ' ἔγχεος 13.153

    , cf. 7.64, 11.119, 424, Od.5.320, 7.263, al.;

    πράγματα εἶχον ὑ. λῃστῶν X.HG5.1.5

    ; ἔπαινον, αἰτίαν ἔχειν ὑ. τινῶν, Hdt.9.78, A.Eu.99;

    οὐκέτι ἀποχωρεῖν οἷόν τ' ἦν ὑ. τῶν ἱππέων Th.7.78

    , cf. Ar.V. 1084.
    3 freq. of things as well as persons,

    ὡς διάκειμαι ὑ. τῆς νόσου Th.7.77

    ;

    κεῖμαι νούσου ὕ. στυγερᾶς IG42(1).125.8

    (Epid., iii B.C.);

    χαλεπῶς ἔχειν ὑ. τραυμάτων Pl.Tht. 142b

    ;

    ὑ. δόρατος πλαγείς IG42(1).122.64

    (Epid., iv B.C.); ὑ. ἔχιος φῦμα ib.123.4 (ibid., iv B.C.); ἰάθη ὑ. ὄφιος ib.121.113 (ibid., iv B.C.);

    κατεσκεύασαν τὰς πύλας κλείεσθαι ὑ. σφύρας τε μεγάλης καὶ κτύπου παμμεγέθους γιγνομένου Aen.Tact.20.4

    : of the agency of feelings, passions, etc.,

    ἀνόρουσ' ὑ. χάρματος h.Cer. 371

    ; ἐνδακρύειν, ἀνολολύξαι χαρᾶς ὕπο, A.Ag. 541, 587;

    μαίνεται.. ὑφ' ἡδονῆς S.El. 1153

    ;

    χλωρὸς ὑπαὶ δείους Il.10.376

    ;

    ὑ. δέους ἔρρηξε φωνήν Hdt.1.85

    , cf. Th.6.33;

    οὐ δυνατὸν τὸν δῆμον ἐσόμενον ὑ. τῶν κακῶν καρτερεῖν Id.4.66

    ;

    ὑ. κακοῦ ἀγρυπνίῃσι εἴχετο Hdt.3.129

    ;

    ὑπ' ἄλγους A.Eu. 183

    ;

    ὑπ' ὀργῆς Ar.V. 1083

    ;

    ὑ. λύπης S.OT 1073

    : hence ὑπό is used even with active Verbs, where a passive word may be supplied, e.g. ὑ. ἀρετῆς καὶ προθυμίης συνεπλήρουν τὰς νέας from courage, i. e. impelled by courage, Hdt.8.1;

    ὤρυσσον ὑ. μαστίγων Id.7.22

    , cf. 56; οὐδὲ σέ γε δόλος ἔσχ' ὑ. χειρὸς ἐμᾶς by my agency, S.Ph. 1118 (lyr.); αἰ μήτις αὐτὸς δοίη, μὴ ὑπ' ἀνάγκας not under compulsion, GDI5128.5 ([place name] Vaxos).
    4 ὑπό freq. serves to denote the attendant or accompanying circumstances,

    νέφος ἐρχόμενον κατὰ πόντον ὑ. Ζεφύροιο ἰωῆς Il.4.276

    , cf. 16.591, etc.: sts. with part. added, ἀμφὶ δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ' Ἀχαιῶν at their shouting, i.e. when they shouted, 2.334, 16.277;

    ἴαχε σάλπιγξ ἄστυ περιπλομένων δηΐων ὕ. 18.220

    .
    5 of accompanying music, to give the time,

    κώμαζον ὑπ' αὐλοῦ Hes.Sc. 281

    , cf. 278;

    ᾄδων ὑπ' αὐλητῆρος Archil.123

    , cf. Thgn.825, Charon Fr.9;

    πίνειν ὑ. σάλπιγγος Ar.Ach. 1001

    : generally, of anything attendant, δαΐδων ὕ. λαμπομενάων ἠγίνεον by torchlight, Il.18.492, cf. E.Hel. 639 (lyr.), Ion 1474 (lyr.);

    καταθάψομεν.. ὑ. κλαυθμῶν A.Ag. 1554

    (anap.);

    ὑπ' εὐκλείας θανεῖν E.Hipp. 1299

    ;

    εἴσειμ' ὑπαὶ πτερύγων κιχλᾶν καὶ κοψίχων Ar.Ach. 970

    ; ὑπ' εὐφήμου βοῆς θῦσαι offer a sacrifice accompanied by it, S.El. 630; ὑ. φανοῦ πορεύεσθαι by lantern-light, X.Lac.5.7; ὑ. πομπῆς ἐξάγειν τινά in or with solemn procession, Hdt.2.45, cf. Ar.Th. 1030; ὑ. βίης βήξας coughing with violence, violently, Hdt.6.107; ἐτόξευον ὑ. μαστίγων, i.e. they shot and lashed, X.An.3.4.25: v. infr. B. 11.4, C. IV. 1.
    6 ὑ. Ἑλλανοδικᾶν, = ἐπί c. gen., SIG171 (Olympia, iv B.C.).
    7 Math., ἡ ὑ. ΘΔΗ the angle ΘΔΗ ( = ἡ ὑ. τῶν ΘΔ, ΔΗ περιεχομένη γωνία), Procl. Hyp.2.26; but also τὸ ὑ. τῶν ΑΓ, ΓΒ the rectangle contained by ΑΓ, ΓΒ, = ΑΓ χ ΓΒ, Euc.2.4.
    8 ναῦλον ὄνων γ εἰς τὴν πόλιν ὑ. οἴνου laden with wine, Pap. in Hermes 28.163 (ii A.D.), cf. ib.479, and infr. C. IV. 2.
    B WITH DATIVE (esp. in Poets, never in LXX (Jb.12.5 is dub. l.) or NT, not common in Arist., Ptolemaic papyri, or Plb.), of Position under,

    ὑ. ποσσί Il.2.784

    , al.; ὑ. πλατανίστῳ ib. 307, cf. 18.558; ὑ. Τμώλῳ at its foot, 2.866, cf. Od.1.186;

    Βερύσιοι ὑ. τῇ Ἴδῃ IG12.191.11

    , cf. 373.118, al.;

    ὑ. τῇ ἀκροπόλι Hdt.6.105

    ; τῶν θανόντων ὑπ' Ἰλίῳ under its walls, E.Hec. 764, cf. A.Ag. 860;

    πέτρῃ ὕ. γλαφυρῇ εὗδον, Βορέω ὑπ' ἰωγῇ Od.14.533

    ;

    ὑ. τοῖς ὄρεσιν ἔχειν τὰς πηγάς Arist.Mete. 350b27

    ;

    ὑ. πέτρᾳ παῖς IG42(1).122.19

    (Epid., iv B.C.); ὑ. τῷ ναῷ ἀστραγαλίζοντος αὐτοῦ ib.121.25 (ibid., iv B.C.); ηυπὺ τῇ κλίνῃ τούτῃ ληνὸς (or Λῆνος) ηύπυ ib.14.871 (Cumae, v B.C.);

    στρουθοὶ ὑ. τῇ τραπέζῃ Michel 832.33

    (Samos, iv B.C.);

    ὑ. τῇ μασχάλῃ Hp.Art.11

    ;

    χέλυν δ' ὑ. μασχάλῃ εἶχεν h.Merc. 242

    ;

    ὑ. ταῖς μασχάλαις Arist.PA 688b5

    ,14; ὁ ὑ. τῇ γῇ ἀήρ under the earth, Id.Cael. 295a28; ἐὰν ὑ. σοὶ κατακλινῇ lies next below you, Pl.Smp. 222e; ὑφ' ἅρμασι under, i.e. yoked to, the chariot, Il.8.402, 18.244;

    εἶχε μάχαιραν ὑφ' αὑτῷ παρεσκευασμένος Plb.8.20.6

    codd., cf. POxy. 1800 Fr.2.36 (Vit.Aesop.);

    ὑ. τοῖς χιτωνίσκοις περιζώματα φοροῦσιν Plb.12.26a

    .4, cf. 13.7.9; τά τε θηρία καὶ τὰς ὑπ' αὐτοῖς σχεδίας under them, on which they stood, Id.3.46.8;

    τῆς γῆς τῆς ὑ. τῷ κόσμῳ κειμένης Timae.

    ap. eund.12.25.7;

    οἱ ὑ. τῇ ἄρκτῳ, τῇ μεσημβρία, οἰκοῦντες Adam.2.31

    , cf. Arist.Pr. 940a37, Phgn. 806b16;

    ὑ. τῷ μετώπῳ ὀφρύες Id.HA 491b14

    ;

    ὑ. τῷ γενείῳ Plb.34.10.9

    ;

    τὰ ὑ. τοῖς ὕδασι καὶ ὑμέσι καὶ ὑέλοις Hero

    *Deff.135.12;

    ὑ. τῷ δέρματι Gal. 18(2).102

    .
    2 with Verbs of motion, where rest or position follows, εἷσαν ὑ. φηγῷ set [him] down under it, Il.5.693;

    ἔζευξαν ὑφ' ἅρμασιν.. ἵππους Od.3.478

    , cf. Il.24.782;

    ὑ. δ' ἄξοσι.. ἔπιπτον 16.378

    , cf. X.Cyr.7.1.37;

    δέμνι' ὑπ' αἰθούσῃ θέμεναι Il.24.644

    .
    3 in such phrases as ὑ. χερσί τινος ἁλῶναι, δαμῆναι, 2.374, 860, al.;

    ἐμῇς ὑ. χερσὶ δάμασσον 3.352

    ;

    ὑ. δουρὶ δαμῆναι 5.653

    , etc.;

    ἔκπεσον ἵππων Ἀτρεΐδεω ὑ. χερσί 11.180

    ;

    ὤλετο.. ὑ. γαμφηλῇσι λέοντος 16.489

    ;

    πέπληγμαι δ' ὑπαὶ δάκει φοινίῳ A.Ag. 1164

    (lyr.);

    ἐν κονίῃσι πέσοιεν ὑπ' ἀνδράσι Il.6.453

    ;

    ὑ. τινὶ κτείνεσθαι 16.490

    .
    4 behind,

    ὑ. φάλαγγι Ascl.Tact.6.1

    ; under the cover or protection of,

    ὑ. τούτῳ τῷ φράγματι τοὺς ὑπορύσσοντας εἶναι Aen.Tact.37.9

    ;

    ὑ. ταῖς αὑτῶν ἀσφαλείαις Plb. 1.57.8

    , 4.12.10, 16.6.1.
    II of the person under whose hand, power, or influence, or the thing by or through which a thing is done, ὑπ' Ἀργείοισι φέβοντο fled before them, Il.11.121; freq. in Hom. with intr. or pass. Verbs,

    ἐφόβηθεν ὑφ' Ἕκτορι Il.15.637

    ;

    ὁρμηθέντες ὑ. πληγῇσιν ἱμάσθλης Od.13.82

    ;

    βῆ.. θεῶν ὑ. πομπῇ Il.6.171

    ;

    ὦρτο δὲ κῦμα πνοιῇ ὕπο 23.215

    ;

    ὑ. λαίλαπι βέβριθε χθών 16.384

    ; τεκεῖν, τεκέσθαι ὑ. τινί, 2.714, 728, 742;

    ἀτῆθαι ὑ. τῷ μεμφομένῳ GDI4994.8

    ([place name] Crete);

    ὁ χρησμὸς ὁ γεγονὼς ὑ. τοῖ Ἀπόλλωνι Inscr.Magn.38.5

    , cf. 12,31,52.
    2 expressing subjection or dependence, ὑ. τινί under one's power,

    δέδμητο δὲ λαὸς ὑπ' αὐτῷ Od.3.305

    , cf. Il.9.156;

    ὑπ' ἀνδράσιν οἶκον ἔχουσιν Od. 7.68

    ; εἶναι ὑ. τισί to be subordinate, subject to them, Th.1.32; ὑ. Χείρωνι τεθραμμένος under the eye of.., Pl.R. 391c; ἔχειν ὑφ' ἑαυτῷ have under one, at one's command, X.Cyr.2.1.26;

    τὰ θηρία τὰ ὑ. τοῖς ἀνθρώποις Pl.R. 563c

    ;

    ὑ. τινὶ στρατεύσασθαι Plu.Cic.44

    : in pregnant sense,

    ἵνα.. πάντα ὑ. Πέρσῃσι γένηται Hdt.7.11

    , cf. Th.7.64;

    ὑπ' ἑωυτῷ ποιήσασθαι Hdt.7.157

    ;

    κινδυνεύσαιμ' ἂν ὑ. τῇ δυσχερεστάτῃ γενέσθαι τύχῃ Lys.24.6

    ;

    ὑ. τῷ Μακεδόνι ταττομένων Plb.18.11.4

    ;

    τοὺς τραφέντας ὑ. τούτοις Id.6.7.2

    .
    3 of the subordination of things coming under a class,

    αἱ ὑ. ταῖς τέχναις ἐργασίαι Pl.Smp. 205c

    ;

    τὸ ὑ. ταῖς γεωμετρίαις Id.R. 511b

    ;

    ὄργανα.. τὰ ὑ. τῇ μουσικῇ Id.Hp.Ma. 295d

    .
    4 as in A. 11.5, ὑπ' αὐλητῆρι πρόσθ' ἔκιον advanced to the music of the flute-player, Hes.Sc. 283; ὑπ' αὐλῷ, ὑ. κήρυκι καὶ θεολόγῳ, Luc.DDeor.2.2, Alex.19;

    ὑ. μάστιξι διορύττειν τὸν Ἄθω Plu.2.470e

    : generally, of attendant circumstances,

    ἐξ ἁλὸς εἶσι.. πνοιῇ ὕπο Ζεφύροιο Od.4.402

    ; ὑ. ῥάβδοις καὶ πελέκεσι κατιών escorted by the lictors, Plu.Publ.10; ὑ. σκότῳ, νυκτί, A.Ag. 1030 (lyr.), A.R. 1.1022, etc.;

    λάμπει δ' ὑ. μαρμαρυγαῖς ὁ χρυσός B.3.17

    ;

    αἰθομένα δᾲς ὑ. ξανθαἵσι πεύκαις Pi.Fr.79

    ;

    ὑ. φωτὶ πολλῷ προσῄει Plu.Galb.14

    ;

    ὑ. λαμπάσιν ἡμμέναις Hld.10.41

    ; ὑ. πολλῷ στρατῷ escorted by a great host, Nic.Dam.10J.;

    ὑ. δικαιοσύνῃ διαγαγεῖν τὸν βίον Pl.Ep. 335d

    .— ὑπό has no sense c. dat. which it has not also c. gen.; but all its senses c. gen. do not belong to the dat.:—later ὑπό c. dat. is found as a mere periphr. of the dat.,

    στέφος.. αὐτὸς ὑφ' ἡμετέραις πλεξάμενος παλάμαις AP5.73

    (Rufin.), cf. 85 (Claudian.);

    λέων ὑπ' ἄκοντι τετυμμένος A.R.2.26

    , cf. Man.2.131.
    C WITH ACCUSATIVE, of Place; to express motion towards and under an object, ὑ. σπέος ἤλασε μῆλα drove them under, i.e. into, the cave, Il.4.279;

    ὑ. ζυγὸν ἤγαγεν Od.3.383

    ; σεῦ ὕστερος εἶμ' ὑ. γαῖαν, i.e. shall die, Il.18.333;

    νέεσθαι ὑ. ζόφον 23.51

    , cf. Od.3.335; κατακρύπτειν τινὰ ὑ. τὴν αὐτὴν θύρην under shelter of it, i.e. behind it, Hdt.1.12;

    πάϊς ὣς ὑ. μητέρα δύσκεν εἰς Αἴαντα Il.8.271

    ;

    ὅκως ἔωσι ὑ. τὸν πεζὸν στρατὸν τὸν σφέτερον Hdt.9.96

    ;

    ὑ. τὸν πρῶτον λόχον τῶν ὁπλιτῶν τὸν πρῶτον λόχον τῶν ψιλῶν τετάχθαι Ael.Tact.15.2

    ; of coming close up under a lofty citadel, ἤλθεθ' ὑ. Τροίην up to T., Od.4.146;

    ὅτ' ἔμελλεν ὑ. πτόλιν αἰπύ τε τεῖχος ἵξεσθαι Il.11.181

    ;

    παυρότερον λαὸν ἀγαγόνθ' ὑ. τεῖχος ἄρειον 4.407

    ;

    ὑ. τὰ τείχη φεύγειν Plb.1.74.11

    ;

    ὑ. τὰς ἴλας φεύγειν Id.3.65.7

    , cf. 3.105.6, 11.21.5, al.;

    ὑ. ταὐτὸ στέγος εἰσελθεῖν GDI3536

    B 3 ([place name] Cnidus);

    πᾶν ὃ ἐὰν ἔλθῃ.. ὑ. τὴν ῥάβδον LXXLe.27.32

    , cf. De.4.11, al.; so ὑ. δικαστήριον ὑπαχθείς, ἀγαγόντες, Hdt.6.72, 104 (cf. ὑπάγειν ὑ. τοὺς ἐφόρους ib.82) prob. refers to the elevated seats of the judges in court, cf. ὑπάγω A ΙΙ.
    2 of Position or Extension under an object, without sense of motion,

    Ἀρκαδίην ὑ. Κυλλήνης ὄρος Il.2.603

    , cf. 824, etc.;

    ἰκριώσασι ὑ. τὴν ὀροφήν IG12.374.76

    ; ἐργασαμένοις τὸ ἄνθεμον ὑ. τὴν ἀσπίδα ib.371.9;

    τὰ μὲν ὑ. τὸν λόφον καὶ τὰμ φάραγγα Inscr.Prien.37.162

    (ii B.C.);

    ἀνθέντω ὑ. τὸν ναὸν τᾶς Δάματρος IG5(1).1498.13

    (loc. inc., ii B.C.); ὅσσοι ἔασιν ὑπ' ἠῶ τ' ἠέλιόν τε everywhere under the sun, Il.5.267;

    ὑπ' αὐγὰς ἠελίοιο φοιτῶσι Od.2.181

    ;

    τῶν ὑ. τοῦτον τὸν ἥλιον.. ἀνθρώπων D.18.270

    ;

    τὰ ὑ. τὴν ἄρκτον Hdt. 5.10

    , cf. Arist.Mete. 362a17;

    οἴκησις ἡ λεγομένη ὑ. τὸν πόλον Gem.5.38

    , cf. 16.21, al.;

    ὑ. τὸν οὐρανόν LXXEx.17.14

    , al., UPZ106.14 (i B.C.);

    τὸ ὑ. τὴν ἀκρόπολιν Th.2.17

    ;

    ὁ ὑ. γῆν λεγόμενος εἶναι θεός Hdt.7.114

    , cf. Il.19.259; ὑ. γῆν is more freq. than ὑ. γῆς in Arist., Mete. 349b29, al., in Hipparch., 1.3.10, al., and entirely supersedes ὑ. γῆς in Hdt., 2.124, 125, 127, 148, 150, 3.102, 4.195, 7.114, and Gem., 2.19, al.; it is found also in Plb.21.28.11, etc.; ὑ. γῆν the nadir, opp. μεσουράνημα, PLond.1.98r.49, 110.33 (i/ii A.D.); also

    ἄγχε δέ μιν.. ἱμὰς ἁπαλὴν ὑ. δειρήν Il.3.371

    ;

    Τρῶες.. πτῶσσον ὑ. κρημνούς 21.26

    ;

    ἀγέροντο.. ἄλσος ὕ. σκιερόν Od.20.278

    ;

    τρωφεὶς ὑ. τὸν ὀφθαλμόν IG42(1).122.120

    (Epid., iv B.C.);

    οὐλὴ ὑπ' ὀφθαλμὸν δεξιόν PCair.Zen76.13

    (iii B.C.);

    ὑ. τὸ μέρος τοῦ ἐνοφειλομένου ὑπογραψάτω ὅσον ἰδίᾳ ἔχει PRev.Laws 19.2

    (iii B.C.);

    κείμενος ὑ. τὸν ὀμφαλόν Sor.1.7

    , cf. 67, al.;

    ὑ. τὰς πύλας ἵππων πόδες φαίνονται Th.5.10

    ;

    μὴ ὑποτιθέναι κύλικα ὑ. τὴν κλίνην IG12(5).593

    A21 (Ceos, v B. C.); ὑ. τὸν ὀδόν ib.42(1).102.249 (Epid., iv B.C.);

    καταψύξατε ὑ. τὸ δένδρον LXX Ge.18.4

    ; ὑ. τὸν λέβητα ib.Ec.7.7(6); ὑ. τοὺς πόδας ib.La.3.34;

    εἰς τοὺς ὑ. πόδα χωρεῖ τόπους Dsc.5.75

    (v.

    πούς 1.6

    g); ἡ ὑ. πόδα (sc. γραμμή ) the base of a triangle, Hero *Mens.55; also ὑπ' αὐγὰς.. λεύσσουσαι πέπλους holding them up to the light, E.Hec. 1154; also ὑ. τὸν ὀφθαλμόν close to the eye, Arist. Pr. 874a9;

    ὑποκειμένης τῆς Εὐβοίας ὑ. τὴν Ἀττικήν Isoc.4.108

    ;

    ὑπ' αὐτὴν ἐσχάτην στήλην ἔχων ἔχριμπτ' ἀεὶ σύριγγα S.El. 720

    ;

    εἰ θεωρήσειεν ὑπ' αὐγὰς τὸν ἀνθρώπειον βίον Iamb.Protr.8

    (cf.

    αὐγή 1

    ): of subordinate position.

    κατακλίνεσθαι ὑ. τινά Luc.Symp.9

    ; τίς ὑ. τίνα; who is next to whom, Onos.10.2.
    b Math., ὁ κύβος ὁ ὑ. τὴν.. σφαῖραν inscribed in the sphere, Papp.440.5;

    εἶναι ὑ. τὸ αὐτὸ ὕψος Euc.11.29

    , Archim.Sph.Cyl.1.19; ὑ. τὰν αὐτὰν γωνίαν subtending.., Id.Aren. 1.20 (cj.), cf. 21;

    αἱ γωνίαι ὑφ' ἃς αἱ ὁμόλογοι πλευραὶ ὑποτείνουσι Euc.6.6

    ,al.
    II of subjection, control, dependence, never in Hom., once in Hdt.,

    ὑ. βασιλέα δασμοφόρος 7.108

    ;

    ὑ. σφᾶς ποιεῖσθαι Th.4.60

    , cf. Pl.R. 348d, Arist. HA 488a10, etc.;

    ἕως κα ᾖ ὑ. τὸν πατέρα Test.Epict.3.29

    ;

    ὑ. τιν' ἦν τῶν βασιλέων Men.340

    ;

    τί δ' οὐ κρατέοντος ὑπ' ἰσχύν; Call.Jov.75

    , cf. 74;

    ὑ. Δία Γῆν Ἥλιον Sammelb. 5616

    (i A.D.), POxy.722.6 (i/ii A.D.), etc. (v.

    ἥλιος 11.1

    );

    ὑ. θεὸν καὶ ἄνθρωπον Michel854.52

    (Halic., iii B.C.);

    τοῦ τοπαρχοῦντος ὑ. σέ PCair.Zen.322.3

    (iii B.C.);

    στρατενσάμενον ὑ. ἄρχοντα Ἀντίοχον IG12(1).43.7

    ([place name] Rhodes);

    μηδὲ ὑ. δεσπότην ὤν LXXPr. 6.7

    , cf. Ps.143.2; for ὑ. χεῖρα, v. χείρ; οἱ ὑ. τινά X.Cyr.3.3.6,8.8.5, etc.;

    τοῖς ὑφ' αὑτὸν τεταγμένοις GDI3750.75

    ([place name] Rhodes).
    III of Time, in the course of, during, or to be left untranslated in English,

    ἐκέλευε Τοωσὶ ποτὶ πτόλιν ἡγήσασθαι νύχθ' ὕ. τήνδ' ὀλοήν Il.22.102

    ;

    ὑ. τὴν νύκτα ταύτην Hdt.9.51

    , cf. 58; ὑ. τὴν πρώτην ἐπελθοῦσαν νύκτα ἀπέδρη Id 6.2;

    τῆς κολοκύνθης.. ἣ ἐγενήθη ὑ. νύκτα καὶ ὑ. νύκτα ἀπώλετο LXXJn.4.10

    : rarely with stress on the duration, πάνθ' ὑ. μηνιθμόν throughout its continuance, Il.16.202;

    ὑ. τὸν παρεόντα τόνδε πόλεμον Hdt.9.60

    ; οὐδὲν τῶν κατ' Αἴγυπτον ὑ. ταῦτα ἑτεροιωθῆναι during that time, Id.2.142;

    ὑ. τὸν χρόνον ὃν οἱ ἑξήκοντα καὶ τριηκόσιοι ἦρχον οἵδε ἐθεόρεον IG12(8).276.4

    ([place name] Thasos).
    2 also of Time, about, sts. more precisely at, and of events, about or at the time of, ὑπ' αὐτὸν τὸν χρόνον ὅτε .. Ar.Ach. 139, cf. Hdt.7.165;

    ὑπ' αὐτὸν τὸν καιρόν Plb. 11.27.4

    , 16.15.8; ὑφ' ἕνα καιρόν at one time, Diog.Oen.38;

    ὑ. τὸν αὐτὸν χρόνον Th.2.26

    ;

    ὑ. τοὺς αὐτοὺς χρόνους Id.1.100

    ;

    ὑ. τὸν σεισμόν Id.2.27

    , cf. Plb.4.33.5, Plu.Alex.14; ὑ. τὴν ἑωθινήν, ὑ. τὴν ὄρφνην, Plb. 18.19.5,7;

    ὑ. τὸν ὄρθρον Act.Ap.5.21

    , Gp.2.4.3; ποιεῖσθαι τοὺς περιπάτους ὑ. τὸ ψῦχος in the cool of the morning, Plb.5.56.10; ὑφ' ἓν πάντες all at once, at the same time, Arr.Epict.3.22.33, cf. S.E.M. 10.124, Sor.1.103, al.; παιδάριον ὑ. τὴν ἀναπνοὴν ἑπτὰ καὶ πέντε στίχους συνεῖρον in one breath, Plb.10.47.9; ὑφ' ἓν ἐκτρῖψαι at one blow, LXX Wi.12.9; ὑ. μίαν ἄρσιν καὶ θέσιν ἀνατείνοντες καὶ κατατιθέμενοι, of a squad of diggers, Gp.2.45.5; ὑ. μίαν φωνήν Aristeas 178; πῶς γὰρ ἂν ὑ. τὰς αὐτὰς ἡμέρας ἔν τε τῇ Ἰταλίᾳ καὶ ἐν τῇ Κιλικίᾳ.. πολεμήσειε; at the same time, D.C.36.35; sts. c. part., ὑ. τὸν νηὸν κατακαέντα at the time of its burning, Hdt.1.51; ὑ. τὴν κατάλυσιν τοῦ πολέμου just at the end, X.Mem.2.8.1, cf. Plu.Mar.46; ὑ. τὸν θυμὸν ἐκ χειρὸς ἐπιστρατευσαμένων at the very time of their anger, Plb. 2.19.10;

    ὑ. παροξυσμόν Gal.19.215

    ; παραδόντω τοῖς αἱρεθεῖσι εἰς τὸν ὑπ' αὐτὰ (or ὕπαυτα as Adv. = ἑξῆς)

    ἐνιαυτόν IG9(1).694.60

    (Corc., ii/i B.C.);

    ὑ. κύνα Arist.HA 547a14

    , Thphr.CP1.13.3, D.S.19.109;

    ὑ. τὰς θερινὰς [τροπὰς] καὶ τοῦ κυνὸς τὴν ἐπιτολήν Gp.2.6.17

    .
    IV of accompaniment,

    ὑπὸ ὄρχησίν τε καὶ ᾠδήν Pl.Lg. 670a

    ;

    ὑ. αὐλὸν διαλέγεσθαι X.Smp.6.3

    codd. (ὑ. τοῦ αὐλοῦ Cobet); ὑ. κήρυκα (v.

    κῆρυξ 1.3

    ).—Compare A.11.5, B.11.4.
    2 ὄνον ἕνα ὑ. λαχανόσπερμον laden with.., Meyer Ostr.81.2 (i A. D.), cf. PFay.p.324 (i A.D.);

    ὄνοι ὑ. δένδρα BGU 362i6

    , al. (iii A.D.); cf. supr. A.11.8.
    D POSITION: ὑ. can follow its Subst., becoming by anastrophe ὕπο. It is freq. separated from the Subst. by intervening words, as in Il.2.465, Od.5.320, 7.130:— ὑπαί is placed after its case in A. Eu. 417, S.El. 1418, Inach. l.c., although acc. to Hdn.Gr.1.480 it cannot suffer anastrophe.
    E AS ADV., under, below, beneath, freq. in Hom.; esp. of young animals, under the mother, i.e. at the breast, Od.4.636, 21.23.
    2 behind, Hdt.7.61: cf. C. 1.
    II ὑπ' ἐκ or ὑπέκ, v. ὑπέκ.—In Hom. the separation of the Prep. from its Verb by tmesis is very freq., and sts. it follows, in which case it suffers anastrophe,

    φυγὼν ὕπο νηλεὲς ἦμαρ Od.9.17

    .
    F IN COMPOSITION:
    I under, as well of rest as of motion, as in ὕπειμι, ὑποβαίνω, etc.
    2 of the casing or covering of one thing with another, as ὑπάργυρος, ὑπόχρυσος.
    3 of the agency or influence under which a thing is done, to express subjection or subordination, ὑποδαμνάω, ὑποδμώς, ὑφηνίοχος, cf. ἐπί G. 111.
    II denoting what is in small degree or gradual, somewhat, a little, as in ὑποκινέω, ὑποδεής, ὑπόλευκος (so in tmesi,

    ὑ. τι ἀσεβῆ Pl.Phdr. 242d

    , cf. Grg. 493c;

    ὑ. τι μικρὸν ἐπιθήκισα Ar.V. 1290

    (lyr.)).
    III underhand, secretly, as in ὑποθέω, ὑποθωπεύω, ὑποκορίζομαι, ὑπόρνυμι.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑπό

  • 2 ναός

    ναός, οῦ, ὁ (Hom.+; s. B-D-F §44, 1; Mlt-H. 71; 121) a place or structure specifically associated with or set apart for a deity, who is frequently perceived to be using it as a dwelling, temple.
    of temples gener. (Diod S 5, 15, 2 θεῶν ναούς; Ar. 3:2; Just., A I, 9, 1; Hippol., Ref. 5, 26, 33) Ac 17:24. Specif. of temples: of replicas of the temple of Artemis at Ephesus 19:24 (Tat. 3:1); but here, near ἱερόν vs. 27 (cp. OGI 90, 34 [196 B.C.]; Sb 8745, 6 [pap 171/72 A.D.] ἐν τῷ ἱερῷ Σοκνοβραίσεως ναὸς ξύλινος περικεχρυσωμένος. Likew. 8747, 5; 3 Macc 1:10; Philo, Leg. ad Gai. 139 ἱερὰ κ. ναοί, Decal. 7; Jos., Ant. 16, 106), ναός can be understood in the more restricted sense shrine, where the image of the goddess stood (so Hdt. et al.; Diod S 1, 97, 9; 20, 14, 3; UPZ 5, 27=6, 22 [163 B.C.], s. the editor’s note; BGU 1210, 191 ἐν παντὶ ἱερῷ, ὅπου ναός ἐστιν; 211; PErlang 21 [II A.D.]: APF 14, ’41, 100f, a shrine w. a ξόανον of Isis).
    of the temple at Jerusalem (3 Km 6:5, 17 al.; Jos., Ant. 8, 62ff; Just., D. 36, 6 al; SibOr 3, 575; 657; 702; Stephan. Byz. s.v. Σόλυμα: ὁ ναὸς ὁ ἐν Ἱεροσολύμοις.—ναός [νεώς] of Herod’s temple: Philo, In Flacc. 46, Leg. ad Gai. 278 al.; Jos., Bell. 5, 185; 207; 215, Ant. 15, 380; Orig., C. Cels. 1, 47, 11; Did., Gen. 135, 17; 192, 23; also of the entire temple precinct: Jos., Bell. 6, 293, C. Ap. 2, 119) Mt 23:17, 35; 27:5, 40; Mk 14:58 (on this saying s. RHoffmann, Heinrici Festschr. 1914, 130–39 and MGoguel, Congr. d’Hist. du Christ. I 1928, 117–36. More generally DPlooij, Jes. and the Temple: ET 42, ’31, 36–39); 15:29; Lk 1:21f; J 2:20; Ac 7:48 v.l.; Rv 11:2; 1 Cl 41:2; 16:1ff; GPt 7:26. ὁ ν. καὶ ὁ λαὸς Ἰσραήλ 16:5; οἱ ἱερεῖς τ. ναοῦ 7:3. τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ the curtain of the temple that separated the Holy of Holies fr. the holy place Mt 27:51; Mk 15:38; Lk 23:45; τ. κ. τ. ναοῦ τῆς Ἰερουσαλήμ GPt 5:20. τὰ παθνώματα τοῦ ναοῦ the paneled ceiling of the temple GJs 24:3. An oath by the temple Mt 23:16, 21. More fully ὁ ναὸς τοῦ θεοῦ (as ParJer 4:4; Jos., Ant. 15, 380; cp. Artem. 2, 26 νεὼς θεοῦ) Mt 26:61; 2 Th 2:4 (on this s. WWrede, Die Echtheit des 2 Th 1903, 96ff); Rv 11:1 (on the prophecy of the rescue of the temple fr. the general destruction cp. Jos., Bell. 6, 285). ὁ ναὸς τοῦ κυρίου Lk 1:9; cp. 1 Cl 23:5 (Mal 3:1). ναὸς κυρίου GJs (16 times), also τῷ ν. αὐτοῦ 23:1.
    of a heavenly sanctuary (cp. Ps 10:4; 17:7; Wsd 3:14 ν. κυρίου; Philo, Spec. Leg. 1, 66; TestLevi 5:1) of Rv: ὁ ναός 14:15; 15:6, 8ab; 16:1, 17. ὁ ναὸς αὐτοῦ (=τοῦ θεοῦ) 7:15; 11:19b. ὁ ναὸς ὁ ἐν τ. οὐρανῷ 14:17. ὁ ναὸς τοῦ θεοῦ ὁ ἐν τ. οὐρανῷ 11:19a. ὁ ναὸς τῆς σκηνῆς τ. μαρτυρίου ἐν τ. οὐρανῷ 15:5. S. also 3:12. Yet there will be no temple in the New Jerusalem 21:22a; God in person is the sanctuary of the eternal city vs. 22b.
    of a human body or part thereof, in imagery (Philo, Op. M. 136f of the σῶμα as the νεὼς ἱερὸς ψυχῆς; Tat. 15, 2).—Of the spirit-filled body of Christians, which is said to be a habitation of God, therefore a temple (Iren. 5, 9, 4 [PJena]; Hippol., Ref. 5, 19, 15; cp. Sextus 35), which is not to be contaminated by sinful indulgence (on Greco-Roman purity regulations for entry into temples, s. for example SIG 983 and note 3): τὸ σῶμα ὑμῶν ν. τοῦ ἐν ὑμῖν ἁγίου πνεύματός ἐστιν your body is a temple of the Holy Spirit (dwelling) within you 1 Cor 6:19. The habitation of the heart is a ν. ἅγιος τῷ κυρίῳ 6:15; cp. the development of this thought 16:6–10 (Pythagorean saying in HSchenkl, Wiener Stud 8, 1886, 273 no. 66 νεὼς θεοῦ σοφὸς νοῦς, ὸ̔ν ἀεὶ χρὴ παρασκευάζειν κ. κατακοσμεῖν εἰς παραδοχὴν θεοῦ. Cp. Sextus 46a; Synes., Dio 9 p. 49c νεὼς οὗτος [i.e., the νοῦς οἰκεῖος θεῷ=the Νοῦς is the real temple of God]). Of spirit-filled Christians γίνεσθαι ν. τέλειον τῷ θεῷ 4:11. φυλάσσειν τὴν σάρκα ὡς ν. θεοῦ 2 Cl 9:3; τηρεῖν τὴν σάρκα ὡς ν. θεοῦ IPhld 7:2. Hence individual Christians are called αὐτοῦ (=θεοῦ) ναοί IEph 15:3. Of a Christian congregation 1 Cor 3:16, 17ab; 2 Cor 6:16ab. αὔξει εἰς ναὸν ἅγιον ἐν κυρίῳ Eph 2:21. The Christians are λίθοι ναοῦ πατρός stones for the Father’s temple IEph 9:1. To place great emphasis on the oneness of the Christian community (which permits no division) Christians are challenged thus: πάντες ὡς εἰς ἕνα ναὸν συντρέχετε θεοῦ come together, all of you, as to one temple of God IMg 7:2.—(Cp.: ναοῦ τοῦ θεοῦ ὄντος τοῦ παντὸς κόσμου ‘the entire world is God’s temple’ Orig., C. Cels. 7, 44, 38).—S. ἱερόν b.—KBaltzer, HTR 58, ’65, 263–77 (Luke); BGärtner, The Temple and the Community in Qumran and in the NT ’65; RClements, God and Temple ’65 (OT).
    The uses in J 2:19, 20, 21 call for special attention. Jesus, standing in Jersualem’s temple exclaims, λύσατε τὸν ναὸν τοῦτον καὶ ἐν τρισίν ἡμέραις ἐγερῶ αὐτόν destroy this temple, and in three days I will raise it (vs. 19), which some persons in the narrative understand as a ref. to the physical structure (vs. 20), but the narrator interprets it as a reference to the ναὸς τοῦ σώματος αὐτοῦ temple of his body (vs. 21) (AMDubarle, Le signe du Temple [J 2:19]: RB 48, ’39, 21–44; OCullmann, TZ 4, ’48, 367). Cp. the description of Christ’s body δικαιοσύνης ν. AcPlCor 2:17.—B. 1465. DELG. M-M. DLNT 1159–66. EDNT. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ναός

  • 3 σφραγίζω

    σφρᾱγ-ίζω, [dialect] Ion. [full] σφρηγίζω,
    A close or enclose with a seal, σφραγίζεις λύεις τ' ὀπίσω.. πεύκην ( = δέλτον) E.IA38 (anap.);

    ταβέλλας PHamb. 29.23

    (i A.D.);

    τὸ σιτάριον BGU249.21

    (i A.D.):—[voice] Med.,

    τὸν θησαυρόν PAmh.2.41.7

    (ii B.C.);

    μόνη δὲ κλῇθρ' ἐγὼ σφραγίζομαι E.Fr.781.10

    ;

    - ισάμενος τὸν ναὸν ἐκέλευσε σφραγίσαι τῷ τοῦ βασιλέως δακτυλίῳ LXX Bel.14

    ; [

    τὸ ταμιεῖον] -ισάμενος εἴσω τὸν δακτύλιον διὰ τῆς ὀπῆς ἐρρίπτει D.L.4.59

    ; δεῖγμα σφραγισάσθω let him seal up with his seal a sample (of the corn), PHib.1.39.15 (iii B.C.):—[voice] Pass.,

    ἐν ᾧ [δώματι] κεραυνός ἐστιν ἐσφραγισμένος A.Eu. 828

    ;

    ἐσφράγισται ἐν τοῖς θησαυροῖς μου LXX De.32.34

    ; οὐ δύναμαι ἀναγνῶναι [τὸ βιβλίον]· ἐσφράγισται γάρ ib.Is.29.11;

    θυλάκιον ἐσφραγισμένον PCair.Zen.69.6

    (iii B.C.);

    ἐσφραγίσθη γῇ λευκῇ POxy.929.13

    (ii/iii A.D.).
    2 authenticate a document with a seal, IG9(1).61.78,95 (Daulis, ii B.C.):—[voice] Med., ib. 61.41; ἵνα μὴ κυριεύσας (sc. τῆς σφραγῖδος)

    κοινὴν ἐπιστολὴν κατὰ πάντων γράψας σφραγίσηται αὐτῇ τῇ σφραγῖδι PHib.1.72.19

    (iii B.C.);

    ἐξαποστεῖλαι εἰς Ῥόδον τοῦδε τοῦ ψηφίσματος ἀντίγραφον, σφραγισαμένους τῇ δημοσίᾳ σφραγῖδι IG12(5).833.14

    (Tenos, ii B.C.), cf. 835.31, al., 11(4).1065b28 (Delos(?), ii B.C.);

    τὸ βιβλίον τῆς κτήσεως τὸ ἐσφραγισμένον LXX Je.39(32).11

    ;

    τὴν παρὰ τοῦ βασιλέως διὰ τῆς θυρίδος ἐσφραγισμένην.. < ἔντευξιν> UPZ53.5

    (ii B.C.).
    3 certify an object after examination by attaching a seal (cf. Hdt.2.38),

    μέτροις.. ἐξητασμένοις καὶ ἐσφραγισμένοις ὑπὸ τοῦ οἰκονόμου PRev.Laws 25.10

    (iii B.C.); ἐπεθεώρησα μόσχον ἕνα.. καὶ δοκιμάσας ἐσφράγισα ὡς ἔστιν καθαρός Wilcken Chr.89.5 (ii A.D.); cf.

    σφραγίς 11.1

    .
    4 [voice] Med., seal an article to show that it is pledged, ἐγγύην ς. Plu.Pomp. 5, Arr.Epict.2.13.7: abs., make an impression with a seal for any purpose,

    καθάπερ οἱ σφραγιζόμενοι τοῖς δακτυλίοις Arist.Mem. 450a32

    .
    II metaph. senses:
    1 close up as if with a seal, in [voice] Pass., ἐσφραγισμένην ἀκριβῶς οὐλήν a fully closed cicatrix, Gal.12.215:— [voice] Med., οὓς.. ἀφθόγγων στομάτων σφρηγίσσατο δεσμῷ, i.e. made them mute, Nonn.D.26.261.
    2 accredit as an envoy, etc., τινα Ev.Jo. 6.27:—[voice] Med.,

    ὁ χρίσας ἡμᾶς θεός, καὶ -ισάμενος ἡμᾶς 2 Ep.Cor.1.22

    .
    3 set a seal of approval upon, confirm, AP9.236 (Loll.);

    σ. ὅτι.. Ev.Jo.3.33

    :—freq. in [voice] Med.,

    σ. ποιητικαῖς φωναῖς S.E.M.1.271

    ; σ. αὐτοῖς τὸν καρπόν assure them of it, Ep.Rom.15.28.
    4 generally, mark, ψάμμος.. νῶτον οὐκ ἐσφράγισεν the sand never marked his back, i.e. he never fell in the sand, APl.3.25 (Phil.); δεινοῖς.. σημάντροισιν ἐσφραγισμένοι, of wounded persons, E.IT 1372; σφραγιζομένη γελασίνοις marked with dimples, AP5.34 (Rufin.);

    καμήλους ἐσφραγισμένας εἰς τὸν δεξιὸν μηρὸν νῦ καὶ ἦτα BGU87.12

    ,26 (ii A.D.).
    5 set an end or limit to,

    σφραγίσαι ἁμαρτίας Thd.Da. 9.24

    (

    σπανίσαι LXX

    ):—[voice] Med.,

    Ῥώμην ἀνερχομένῳ σφράγισαι ἠελίῳ AP 9.297

    (Antip.); πάντα δι' ἀλλήλων ὁ πολὺς σφραγίζεται αἰών, i.e. the death of one creature is the birth of another, Archelaus ap.Antig. Mir.89.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > σφραγίζω

  • 4 κατοικέω

    κατοικέω (s. four next entries) fut. κατοικήσω; 1 aor. κατῴκησα; pf. inf. κατῳκηκέναι (Just., D. 79, 2); aor. pass. subj. κατοικηθῶ LXX (s. οἰκέω; Soph., Hdt.+).
    to live in a locality for any length of time, live, dwell, reside, settle (down) intr.
    w. the place indicated by ἔν τινι (X., An. 5, 3, 7; IHierapJ 212 τῶν ἐν Ἱεραπόλει κατοικούντων Ἰουδαίων; PMagd 25, 2 [221 B.C.]; PTebt 5, 180; Lev 23:42; Gen 14:12; Philo, Sobr. 68; Jos., Vi. 31; PMert 63, 9) Lk 13:4 v.l.; Ac 1:20 (cp. Ps 68:26); 2:5 v.l. (for εἰς s. below); 7:2, 4a, 48; 9:22; 11:29; 13:27; 17:24; Hb 11:9; Rv 13:12; B 11:4; IEph 6:2; Hs 3:1. Also used w. εἰς and acc. (Ps.-Callisth. 1, 38, 3 εἰς φθαρτὰ σώματα ἀθανάτων ὀνόματα κατοικεῖ; schol. on Soph., Trach. 39 p. 281 Papag.; B-D-F §205; Rob. 592f) Mt 2:23; 4:13; Ac 2:5; 7:4b. εἰς τὰ τείχη Hs 8, 7, 3. εἰς τὸν πύργον 8, 8, 5. εἰς τὸν αἰῶνα τὸν ἐρχόμενον Hs 4:2. ἐπὶ τῆς γῆς live on the earth Rv 3:10; 6:10; 8:13; 11:10ab; 13:8, 14ab; 14:6 v.l.; 17:8. ἐπὶ παντὸς προσώπου τῆς γῆς live on the whole earth Ac 17:26. ἐπὶ ξένης (i.e. χώρας) Hs 1:6. ποῦ, ὅπου Rv 2:13ab. Abs. (CB I/2, 461 nos. 294 and 295 οἱ κατοικοῦντες Ῥωμαῖοι) ὑπὸ πάντων τῶν (sc. ἐκεῖ) κατοικούντων Ἰουδαίων by all the Jews who live there Ac 22:12.
    in relation to the possession of human beings by God, Christ, the Holy Spirit, and other transcendent beings, virtues, etc. (cp. Wsd 1:4; TestDan 5:1, TestJos 10:2f) ὁ θεὸς κ. ἐν ἡμῖν B 16:8. Of Christ Eph 3:17; cp. Hm 3:1. Of the Holy Spirit Hm 5, 2, 5; 10, 2, 5; Hs 5, 6, 5; ὁ κύριος ἐν τῇ μακροθυμίᾳ κ. m 5, 1, 3. ἐν αὐτῷ κ. πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος Col 2:9; cp. 1:19; ἐν οἷς δικαιοσύνη κ. 2 Pt 3:13 (cp. Is 32:16). ἡ μακροθυμία κατοικεῖ μετὰ τῶν τ. πίστιν ἐχόντων patience dwells with those who have faith Hm 5, 2, 3. Of spirit control or possession Mt 12:45; Lk 11:26 (κ. ἐκεῖ as Palaeph. 39 p. 44, 4).
    to make something a habitation or dwelling by being there, inhabit τὶ someth. (Demosth., Ep. 4, 7 τ. Ἰνδικὴν χώραν; Ps.-Aristot., Mirabilia 136; SIG 557, 17 τ. Ἀσίαν; PMagd 9, 1 [III B.C.]; PTor 4, 8 [117 B.C.] τὴν αὐτὴν πόλιν; Gen 13:7; Ezk 25:16; Philo, Leg. All. 3, 2; Jos., Vi. 27 Δαμασκόν) Ἰερουσαλήμ Lk 13:4; Ac 1:19; 2:14; 4:16. Cp. 2:9 (cp. Diod S 18, 11, 2 Μεσσήνιοι καὶ οἱ τὴν Ἀκτὴν κατοικοῦντες); 9:32, 35; 19:10, 17. οἱ κατοικοῦντες τὴν γῆν the inhabitants of the earth Rv 12:12 v.l.; 17:2. κ. πόλεις (Hdt. 7, 164) Dg 5:2. οἰκίας πηλίνας 1 Cl 39:5 (Job 4:19). ὅλον τὸν κόσμον Hs 9, 17, 1. Of God ὁ κ. τὸν ναόν the One who dwells in the temple (cp. Jos., Bell. 5, 458f) Mt 23:21; cp. Js 4:5 v.l.—DELG s.v. οἶκος II C. M-M. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > κατοικέω

  • 5 φθείρω

    φθείρω fut. φθερῶ; 1 aor. ἔφθειρα. Pass.: 2 fut. φθαρήσομαι; 2 aor. ἐφθάρην; pf. ἔφθαρμαι, ptc. ἐφθαρμένος (Hom.+; ins, pap, LXX, TestJob 33:4; Test12Patr; ParJer 7:26; Philo, Ar., Just., Tat.) gener. ‘destroy, ruin’
    to cause harm to in a physical manner or in outward circumstances, destroy, ruin, corrupt, spoil
    ruin financially τινά someone, so perh. 2 Cor 7:2 (s. 2a below).
    The expr. εἴ τις τὸν ναὸν τοῦ θεοῦ φθείρει 1 Cor 3:17 seems to be derived fr. the idea of the destruction of a house (X., Mem. 1, 5, 3 τὸν οἶκον τὸν ἐαυτοῦ φθείρειν. Oft in marriage contracts: Mitt-Wilck. I/2, 284, 11 [II B.C.]; PTebt 104, 29 [92 B.C.] et al.).
    seduce a virgin (Eur. et al.; Demetr.: 722 Fgm. 1, 9 Jac.; Diod S 1, 23, 4; Jos., Ant. 4, 252; Just., A I, 9, 4) οὐθὲ Εὔα φθείρεται, ἀλλὰ παρθένος πιστεύεται nor is Eve corrupted; instead, a virgin is trusted Dg 12:8 (πιστεύω 1f).
    pass. be ruined, be doomed to destruction by earthly transitoriness or otherw. (Epict. 2, 5, 12 τὸ γενόμενον καὶ φθαρῆναι δεῖ; TestJob 33:4 ἡ δόξα αὐτοῦ [τοῦ κόσμου] φθαρήσεται; Just., A II, 11, 5 κάλλει τῷ ῥέοντι καὶ φθειρομένῳ) of cultic images Dg 2:4. Of a man bowed down by old age αὐτοῦ τὸ πνεῦμα τὸ ἤδη ἐφθαρμένον ἀπὸ τῶν προτέρων αὐτοῦ πράξεων his spirit, which had already degenerated from its former condition (s. πρᾶξις 6) Hv 3, 12, 2 (cp. Ocellus [II B.C.] c. 23 Harder [1926] φθείρονται ἐξ ἀλλήλων).
    to cause deterioration of the inner life, ruin, corrupt
    ruin or corrupt τινά someone, by erroneous teaching or immorality, so perh. 2 Cor 7:2 (s. 1a above). ἥτις ἔφθειρεν τὴν γῆν (=τοὺς ἀνθρώπους; see γῆ 2) ἐν τῇ πορνείᾳ αὐτῆς Rv 19:2. Pass. (UPZ 20, 17 [163 B.C.]; TestJud 19:4 ἐν ἁμαρτίαις φθαρείς) τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον τὸν φθειρόμενον κατὰ τὰς ἐπιθυμίας Eph 4:22. Cp. Hs 8, 9, 3 v.l.
    ruin or corrupt τὶ someth. by misleading tactics πίστιν θεοῦ ἐν κακῇ διδασκαλίᾳ IEph 16:2. The ἐκκλησία (opp. τηρεῖν) 2 Cl 14:3ab. On φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί 1 Cor 15:33 cp. ἦθος. Pass. be led astray (Jos., Bell. 4, 510) μήπως φθαρῇ τὰ νοήματα ὑμῶν ἀπὸ τῆς ἀπλότητος (νόημα 2) 2 Cor 11:3 (φθ. of the seduction of a virgin, s. 1c above).
    to inflict punishment, destroy in the sense ‘punish w. eternal destruction’ 1 Cor 3:17b (=‘punish by destroying’ as Jer 13:9). Pass. 2 Pt 2:12; Jd 10. ἔφθαρται (w. ἀπώλετο) IPol 5:2.
    break rules of a contest, violate rules, ἀγῶνα φθείρειν t.t. (SIG 1076, 3) 2 Cl 7:4; cp. vs. 5 (here in imagery).—B. 758. DELG. M-M. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > φθείρω

  • 6 κατά

    + P 558-515-315-253-499=2140 Gn 1,11(ter).12(bis)
    [τινος]: down from 2 Mc 6,10; down upon 3 Mc 2,22; upon Jgs 3,22; id. (metaph.) Nm 30,13(tertio); down into 4 Mc 12,19; down, under 3 Mc 6,7; after 2 Kgs 4,4; by (with verbs of swearing to denote what one swears by) Jdt 1,12; against Jos 24,22; concerning Est 3,10; for (in hostile sense) 4 Mc 10,14
    [τινα, τι]: (downwards) to Gn 24,62; down into (metaph.) Nm 30,13(primo, secundo); on, at (of place) Ex 14,16; over, through Ex 11,6; at (of time) Ex 23,15; every (with word denoting time) 2 Mc 6,7; by (with numbers) 1 Kgs 18,4; towards Gn 2,8; in accordance with, according to, in conformity with, corresponding to Nm 30,7; just as, similarly to Ex 25,40; after the fashion of, according to Gn 1,26; for, because of Dt 19,15; in relation to, concerning Gn 39,6; during, by Gn 20,6; in relation to, for, to, by Gn 30,40
    κατὰ τὸν θυμὸν ἀριστεῦσαι to be superior to rage 4 Mc 2,18; κατὰ ἀλήθειαν truly (κατά
    [*]+abstr. subst. peri-phrasis for an adv.) 4 Mc 5,18; κατὰ τόν Νεεμιαν of Nehemiah, by Nehemiah 2 Mc 2,13; αὐτῶν κατὰ ποδάς close upon their heels Gn 49,19; τὰ κατά σε by your case or circumstances Tob 10,9; τὰ κατά τὸν ναόν things pertaining the temple 1 Ezr 2,16
    Cf. DREW-BEAR 1972, 200-201; JOHANNESSOHN 1910 1-82; 1926 245-259; LE BOULLUEC 1989, 323-
    324; LEE, J. 1983 35(Lv 13,23); SHIPP 1979, 306; WALTERS 1973 310(Ez 27,12; 4 Mc 15,7); WEVERS
    1990 437(Ex 27,12).454(Ex 28,21). 511(Ex 31,11).603.795

    Lust (λαγνεία) > κατά

  • 7 πλάσσω

    πλάσσω, [dialect] Att. [suff] πλασμᾰτ-ττω S.Aj. 148 (anap.), Pl.R. 420c, etc.: [tense] fut. πλάσω ( ἀνα-) Hp.Mochl.2:[tense] aor.
    A

    ἔπλᾰσα Hdt.2.70

    ([etym.] κατ-), Ar.V. 926, etc.; poet.

    ἔπλασσα Theoc.24.109

    ; [dialect] Ep.

    πλάσσα Hes.Op.70

    : [tense] pf.

    πέπλᾰκα Phld. Mus.p.85K.

    ,D.S.15.11, D.H.Th.41: [ per.] 3sg.[tense] plpf.

    ἐπεπλάκει Erot.Praef.

    : —[voice] Med., [tense] fut.

    πλάσομαι Alciphr.1.37

    : [tense] aor.

    ἐπλασάμην Th.6.58

    , Pl.Lg. 800b, etc.:—[voice] Pass., [tense] fut.

    πλασθήσομαι Phld.Mus.p.82

    K., ( δια- ) Gal.4.619: [tense] aor.

    ἐπλάσθην E.Fr. 1130

    , Lys.12.48, Pl.Ti. 26e : [tense] pf.

    πέπλασμαι A.Pr. 1030

    , etc.:—form, mould, prop. of the artist who works in soft substances, such as earth, clay, wax, ἐκ γαίης π. Hes.Op.70, cf. Hdt. 2.47,73; of Prometheus,

    ὃν λέγουσ' ἡμᾶς πλάσαι καὶ τἄλλα.. ζῷα Philem.89.1

    , cf. Men.535.5 ;

    π. καθάπερ ἐκ κηροῦ Pl.Lg. 746a

    ;

    σχήματα ἐκ χρυσοῦ Id.Ti. 50a

    ;

    ἐκ πηλοῦ ζῷον Arist.PA 654b29

    ;

    ἀγγεῖον π. κήρινον Id.Mete. 359a1

    ;

    οὐκ ἔστιν ἀνδριαντοποιὸς ὅστις ἂν πλάσαι κάλλος τοιοῦτον Philem.72.2

    ;

    τοὺς πηλίνους D.4.26

    ; opp. γράφειν, as sculpture to painting, Pl.R. 510e (so in [voice] Pass., Lg. 668e, Isoc.9.75); τὴν ὑδριαν πλάσαι mould the water-jar, Ar.V. 926 ;

    σώματα π. θνητά Pl.Ti. 42d

    ; π. κηρία, of bees, Arist.HA 623b32 ; ἔπλαττεν ἔνδον οἰκίας made clay houses, Ar.Nu. 879; knead bread, Gal.6.313:—[voice] Med., σχῆμα πλασάμενος having formed oneself a figure, Pl.Plt. 297e :— [voice] Pass., to be moulded, made,

    τὸ δὲ ἐν τῇσι μήτρῃσι πλάσσεται Hdt.3.108

    ;

    οἶκος τεκτόνων πλασθεὶς ὕπο E.Fr. 1130

    ;

    ἂν ἴδωσι.. κήρινα μιμήματα πεπλασμένα Pl.Lg. 933b

    .
    2 plaster,

    τὸν.. ναὸν χρίσαντες καὶ πλάσαντες BCH15.209

    ([place name] Panamara).
    II generally, mould, form by education, training, etc., π. τὰς ψυχὰς τοῖς μύθοις, τὰ σώματα ταῖς χερσίν, Pl.R. 377c ;

    σῶμα ἐπιμελῶς Id.Ti. 88c

    ;

    ἑαυτόν Id.R. 500d

    ; παιδεύειν τε καὶ π. Id.Lg. 671c:—[voice] Pass.,

    τοὔνομ' ἀνὰ χρόνον πεπλασμένον E. Ion 830

    ; of the voice, to be trained, Arist.HA 536b19.
    III form an image of a thing in the mind, imagine,

    πλάττομεν οὔτε ἰδόντες οὔτε.. νοήσαντες ἀθάνατόν τι ζῷον Pl.Phdr. 246c

    , cf. R. 420c, 466a ;

    τῷ λόγῳ τοὺς νόμους Id.Lg. 712b

    ;

    τἀρχαῖα Phld.Mus.p.85K.

    :—[voice] Pass., ib.p.82 K.
    IV put in a certain form, τὸ στόμα π. (so as to pronounce more elegantly) Pl.Cra. 414d ; [ κόμιον] Arr.Epict.2.24.24;

    τὴν ὑπόκρισιν Plu.Dem.7

    :—[voice] Med., ἀδήλως τῇ ὄψει πλυσάμενος πρὸς τὴν ξυμφοράν having formed himself in face, i.e. composed his countenance, Th.6.58, cf. D.45.68.
    V metaph., fabricate, forge,

    λόγους ψιθύρους πλάσσων S.Aj. 148

    (anap.);

    ψευδεῖς π. αἰτίας Isoc.12.25

    ;

    προφάσεις D.25.28

    ; τί λόγους πλάττεις; Id.18.121, cf. Pl.Ap. 17c ;

    μὴ πλάσῃς κακόν Men.Mon. 145

    ;

    π. ἐπιστολήν Plb.5.42.7

    : abs., δόξω πλάσας λέγειν I shall be thought to speak from invention, i.e. not the truth, Hdt.8.80, cf. X.Mem.2.6.37 :—[voice] Med.,

    πλάσασθαι τὸν τρόπον τὸν αὑτοῦ Lys.19.60

    ;

    ψεύδη X.An.2.6.26

    ;

    τῆς φιλανθρωπίας ἣν.. ἐπλάττετο D.18.231

    ; προφάσεις π. Id.19.215 ;

    τοιαῦτα πλάττεσθαι τολμᾶτε Id.28.9

    ;

    καιρὸν πλάττεσθαι Id.21.187

    : abs., πλαττομένους πρὸς ἑαυτούς ( αὐτούς Bonitz) Arist.Rh. 1381b28 : c. inf., Νέρων εἶναι πλασάμενος pretending to be N., D.C.64.9;

    π. νοσεῖν Gal.19.1

    :—[voice] Pass., οὐ πεπλασμένος ὁ κόμπος not fictitious, A.Pr. 1030 ; πεπλάσθαι φάσκοντες saying it was a forgery, Is.7.2 ;

    μὴ πλασθέντα μῦθον ἀλλ' ἀληθινὸν λόγον Pl. Ti. 26e

    ;

    π. ὑπὸ ποιητῶν And.4.23

    ;

    ἐξ ὧν ἡ δίκη αὕτη πέπλασται D.52.12

    . ( πλαθ-Ψω, cf. κορο-πλάθος, πηλο-πλάθος.)

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πλάσσω

  • 8 θεωρέω

    θεωρέω impf. ἐθεώρουν; 1 aor. ἐθεώρησα, 1 aor. pass. ἐθεωρήθην (Aeschyl., Hdt.+).
    to observe someth. with sustained attention, be a spectator, look at, observe, perceive, see (w. physical eyes) abs. (2 Macc 3:17) Mt 27:55; Mk 15:40; Lk 14:29; 23:35 (cp. Ps 21:8). οἱ θεωροῦντες AcPl Ha 1, 34. W. indir. quest. foll. Mk 12:41; 15:47. W. acc. foll. τινά J 6:40; 12:45; 14:19a; 16:10, 16f, 19; Ac 3:16; 25:24; Rv 11:11f; 1 Cl 16:16 (Ps 21:8); 35:8 (Ps 49:18). W. acc. of pers. and a ptc. (TestSol 20:6; JosAs 4:2; Just., D. 101, 3) Mk 5:15; Lk 10:18; 24:39; J 6:19, 62; 10:12; 20:12, 14; 1J 3:17. W. acc. of pers. and ὅτι J 9:8. τὶ someth. (X., Cyr. 4, 3, 3; TestSol 19:2 τὸν ναόν; Jos., Ant. 12, 422) Lk 21:6; 23:48. πνεῦμα a ghost 24:37.—J 2:23; 6:2; 7:3. ἔν τινί τι see someth. in someone: the whole church in the envoys IMg 6:1; cp. ITr 1:1. W. acc. of thing and ptc. foll. J 20:6; Ac 7:56; 8:13; 10:11; 17:16. W. ἀκούειν Ac 9:7 (Apollon. Rhod. 4, 854f: when a deity [in this case Thetis] appears, only those who are destined to do so can see and hear anything; none of the others can do so). θεωρεῖν καὶ ἀκούειν ὅτι 19:26.—Pass. was exposed MPol 2:2.—Rather in the sense view (Cebes 1, 1 ἀναθήματα) τὸν τάφον Mt 28:1.Catch sight of, notice Mk 3:11. τὶ someth. θόρυβον 5:38. W. ὅτι foll. Mk 16:4.—The expr. see someone’s face for see someone in person is due to OT infl. (cp. Jdth 6:5; 1 Macc 7:28, 30) Ac 20:38.
    to come to the understanding of someth., notice, perceive, observe, find
    esp. on the basis of what one has seen and heard τὶ someth. (Apollod. Com., Fgm. 14 K. θ. τὴν τοῦ φίλου εὔνοιαν=‘become aware of the friend’s goodwill by the actions of the doorkeeper and the dog’; Sallust. 4 p. 4, 24 τὰς οὐσίας τ. θεῶν θ.=perceive the true nature of the gods; τὰ ἀδικήματα ὑμῶν En 98:7; τὰ πράγματα Just., A II, 10, 4; τὸ θεῖον … νῷ μόνῳ καὶ λόγῳ θεωρούμενον; Ath. 4, 1) Ac 4:13. W. acc. of the thing and ptc. (EpArist 268) 28:6. W. acc. of the pers. and predicate adj. (cp. Diod S 2, 16, 8) δεισιδαιμονεστέρους ὑμᾶς θ. I perceive that you are very devout people Ac 17:22. W. ὅτι foll. (2 Macc 9:23) J 4:19; 12:19. Foll. by ὅτι and inf. w. acc. (B-D-F §397, 6; Mlt. 213) Ac 27:10. W. indir. quest. foll. 21:20; Hb 7:4.
    of the spiritual perception of the one sent by God, which is poss. only to the believer (s. Herm. Wr. 12, 20b; En 1:1 al.; Philo, e.g. Praem. 26) see J 14:17, 19b; cp. also 17:24 (θ. τὸν θεόν Theoph. Ant. 1, 2 [p. 60, 25]).
    undergo, experience θάνατον (OT expr.; cp. Ps 88:49; also Lk 2:26; Hb 11:5; s. ὁράω A3) J 8:51 (εἶδον v.l.).—HKoller, Theoros u. Theoria: Glotta 36, ’58, 273–86; RRausch, Theoria ’82. DELG s.v. θεωρός. M-M. EDNT. TW. Sv.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > θεωρέω

  • 9 καθίζω

    καθίζω (Hom. et al.; ins, pap, LXX; pseudepigr.; Joseph.; Just. [only in paraphrases]; Tat. 23, 1) fut. καθίσω Mt 25:31 and καθιῶ Is 47:8; 1 aor. ἐκάθισα, impv. κάθισον Mk 12:36 v.l.; pf. 3 sg. κεκάθικεν (B-D-F §101; W-S. §14, 2, 15; Rob. 1216) Hb 12:2, 1 pl. κεκαθίκαμεν Hs 9, 5, 6; mid. fut. καθίσομαι and καθιοῦμαι Hv 3, 1, 9.
    to cause to sit down, seat, set, trans. καθίσας ἐν δεξιᾷ αὐτοῦ (God) had (him) sit at his right hand Eph 1:20. God swore to David ἐκ καρποῦ τῆς ὀσφύος αὐτοῦ καθίσαι ἐπὶ τὸν θρόνον αὐτοῦ to set one of his descendants upon his throne Ac 2:30 (cp. 2 Ch 23:20). ἐκάθισαν αὐτὸν ἐπὶ καθέδραν κρίσεως they seated him on the judge’s chair GPt 3:7 (αὐτὸν ἐκάθισαν ἐπὶ βήματος Just., A I, 35, 6). J 19:13 is probably to be understood in this sense, since the trial is evidently in progress (cp. Dio Chrys. 4, 67; Loisy; PCorssen, ZNW 15, 1914, 339f; IdelaPotterie, Biblica 41, ’60, 217–47; s. CBQ 25, ’63, 124–26); but also s. 3 below. ἐκάθισέ με ἐπὶ τὸ ἄκρον τοῦ ὸ̓ρους Hs 9, 1, 4. On an ass ἐκάθισεν αὐτήν GJs 17:2; ὄνῳ καθίσαντες αὐτόν MPol 8:1. ἐκάθισεν αὐτὴν ἐπὶ τρίτου βαθμοῦ τοῦ θυσιαστηρίου on the third step of the altar GJs 7:3.
    to put in charge of someth., appoint, install, authorize, trans., fig. ext. of 1 (Pla., Leg. 9, 873e δικαστήν; Polyb. 40, 5, 3; Jos., Ant. 20, 200 καθίζει συνέδριον κριτῶν, Vi. 368; POxy 1469, 7) τοὺς ἐξουθενημένους ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ καθίζετε; do you appoint as judges persons who have no standing in the church? 1 Cor 6:4 (on καθ.=‘appoint as judge’ cp. Jos., Ant. 13, 75).
    to take a seated position, sit down, intr. (Hdt., Thu., ins, pap, LXX, pseudepigr.) abs. (Diod S 8, 10, 4; Polyaenus 2, 21; Just., A I, 32, 6) Mt 5:1; 13:48; Mk 9:35; Lk 4:20; 5:3; 7:15 v.l.; 14:28, 31; 16:6; J 8:2; Ac 13:14; 16:13; Hv 1, 2, 2. W. inf. foll. ἐκάθισεν φαγεῖν καὶ πεῖν 1 Cor 10:7 (Ex 32:6). W. an adv. of place ὧδε (Sb 4117, 5; Ruth 4:1, 2; 4 Km 7:4) Mk 14:32 (perh. stay here; Hv 3, 1, 8). αὐτοῦ here (Gen 22:5) Mt 26:36. W. prep. εἰς τὸν ναὸν τοῦ θεοῦ in the temple of God (PSI 502, 21 [III B.C.] καθίσαντες εἰς τὸ ἱερόν) 2 Th 2:4. εἰς τὴν κλίνην on the bed (cp. Dicaearchus, Fgm. 20 W. εἰς θρόνον) Hv 5:1 (on sitting down after prayer cp. the Pythagorean precept: Philosoph. Max. 508, 60 καθῆσθαι προσκυνήσαντες=after prayer we should sit down. Similarly Numa: Plut., Numa 14, 7.—HLewy, Philol. 84, 1929, 378–80). εἰς τὸν τόπον τοῦ ἀγγέλου Hs 8, 4, 1. εἰς τὸ ἔδαφος AcPl Ha 2, 20. ἐκ δεξιῶν τινος at someone’s right Mt 20:21, 23; Mk 10:37, 40; 12:36 v.l.; 16:19; Hv 3, 2, 2. Also ἐν δεξιᾷ τινος Hb 1:3; 8:1; 10:12; 12:2. ἐν τῷ θρόνῳ μου on my throne Rv 3:21ab (Hdt. 5, 25 ἐν τῷ κατίζων θρόνῳ). ἐπί τινος (3 Km 2:12 al. ἐπὶ θρόνου; Diod S 1, 92, 2; 17, 116, 3 ἐκάθισεν ἐπὶ τοῦ θρόνου=sat down on; Jos., Ant. 8, 344) Mt 19:28a; 25:31; ἐπὶ τῆς καθέδρας 23:2 (B-D-F §342, 1; cp. Rob. 837). ἐπὶ τῷ θρόνῳ (τοῦ θ. codd.) GJs 11:1. ἐπί τι (Thu. 1, 126, 10; Aesop, Fab. 393 H.; AscIs 3:17) θρόνους Rv 20:4 (cp. 3 Km 1:46; 2 Ch 6:10); ἐπὶ καθέδραν B 10:10 (Ps 1:1); on an animal (TestAbr B 2 p. 106, 25 [Stone p. 60] ἐπὶ κτῆνος; Achilles Tat. 1, 12, 2 ἐπὶ τ. ἵππον) Mk 11:2, 7; Lk 19:30; J 12:14. Of the Holy Spirit as a flame of fire ἐκάθισεν ἐφʼ ἕνα ἕκαστον αὐτῶν it rested upon each one of them Ac 2:3; κατέναντί τινος opposite someth. Mk 12:41. σύν τινι sit down w. someone Ac 8:31. Esp. of a judge (Pla., Leg. 2 p. 659b; Ps 9:5) κ. ἐπὶ (τοῦ) βήματος sit down in the judge’s seat to open the trial (Jos., Bell. 2, 172 ὁ Πιλᾶτος καθίσας ἐπὶ βήματος, Ant. 20, 130) J 19:13 (JBlinzler, Der Prozess Jesu3 ’60, 257–62; s. 1 above); Ac 12:21; 25:6, 17.—Under a tree GJs 2:4.—Mid. sit down (Pla. et al.; 3 Km 1:13; Da 7:26 [LXX]; Just., D. 109, 3 [for ἀναπαύσεται Mi 4:4]) Mt 19:28b v.l.; J 6:3 v.l.; s. καθέζομαι and κάθημαι.
    to be or remain in a place, intr. reside, settle, stay, live (Thu. 3, 107, 1; 4, 93, 1) ἐν τῇ πόλει Lk 24:49 (cp. 1 Ch 19:5; 2 Esdr 21 [Neh 11]: 1f; Jos., Bell. 1, 46, Ant. 18, 86; SIG 685, 28 ἐν τῷ ἱερῷ). W. acc. of time Ac 18:11.—DELG s.v. ἕζομαι. M-M. EDNT. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > καθίζω

  • 10 εἴσειμι

    εἴσειμι (εἰς + εἶμι) inf. εἰσιέναι, ptc. εἰσιών; impf. εἰσῄειν (Hom. et al.; ins, pap, LXX, Joseph., Just. A I, 47, 6) to enter an area, go in/into εἴς τι someth. (SIG 982, 3 εἰς τὸν ναόν; UPZ 162 VIII, 19 [117 B.C.]; Ex 28:29; Jos., Bell. 3, 325, Ant. 3, 269 εἰς τὸ ἱερόν): the temple Ac 3:3; 21:26; cp. Hb 9:6; MPol 9:1. εἰς τὸν οἶκον GJs 11:1. πρός τινα to someone (Soph., Phil. 953; X., Cyr. 2, 4, 5; TestJos 3:6) Ac 21:18.—Frisk s.v. εἶμι. M-M.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > εἴσειμι

  • 11 μετρέω

    μετρέω fut. 2 sg. μετρήσεις Num 35:5; 1 aor. ἐμέτρησα. Pass.: 1 fut. μετρηθήσομαι; pf. 3 sg. μεμέτρηται Wsd 4:8 (fr. μέτρον; Hom.+) gener. ‘measure’.
    to take the dimensions of, measure
    spatially w. acc. of thing: τὸν ναόν measure the temple Rv 11:1 (PKetter, Past. Bonus 52, ’41, 93–99). τὴν πόλιν measure the city 21:15. αὐλήν 11:2. τὸν οὐρανόν 16:2 (Is 40:12; ApcEsdr 7:5 p. 32, 16 Tdf.). W. the measuring instrument given in the dat. (Ex 16:18) τῷ καλάμῳ measure with the rod Rv 21:16; cp. 11:1. The measure arrived at is expressed by the gen. of quality ἐμέτρησεν τὸ τεῖχος ἑκατὸν τεσσεράκοντα τεσσάρων πηχῶν he measured the wall (and it was) 144 cubits Rv 21:17; also by ἐπί and the gen. vs. 16, where a v.l. has ἐπί and acc. (on the latter cp. Da 3:47).
    non-spatially αὐτοὶ ἐν ἑαυτοῖς ἑαυτοὺς μετροῦντες they measure (i.e. evaluate) themselves by one another 2 Cor 10:12. ἐμαυτὸν μετρῶ I keep myself within bounds ITr 4:1 (Sotades Mar. [III B.C.] 10, 8 Diehl=Coll. Alex. no. 9, 8 p. 242 ἡ σωφροσύνη πάρεστιν, ἂν μετρῇς σεαυτόν; TestJos 10:6 ἐμέτρουν ἐμαυτόν).
    to give out in measured amount, give out, deal out, apportion τινί τι someth. to someone (Eur.; Ps.-Demosth. 46, 20; PPetr III, 89, 2; PTebt 459, 4 [5 B.C.] ὸ̔ ἐὰν περισσὸν γένηται μέτρησον αὐτοῖς) in the proverbial expr. ἐν ᾧ μέτρῳ μετρεῖτε, μετρηθήσεται ὑμῖν the measure you give will be the measure you get Mt 7:2; Mk 4:24. Likew., except without ἐν, Lk 6:38 v.l. (Maximus Tyr. 27, 7b has a play on words μετρεῖ…μετρεῖται.—Philo, Rer. Div. Her. 229 μέτροις μεμέτρηται.—The pass.=‘receive as one’s portion’: Jos., Bell. 3, 185).—1 Cl 13:2 the saying reads ᾧ μέτρῳ μετρεῖτε, ἐν αὐτῷ μετρηθήσεται ὑμῖν. The text of Lk 6:38 has ᾧ μέτρῳ μετρεῖτε, ἀντιμετρηθήσεται ὑμῖν, which is repeated verbatim in Pol 2:3.—B. 877f. DELG s.v. μέτρον. M-M. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > μετρέω

  • 12 ῥίπτω

    ῥίπτω, ῥιπτέω the latter Demosth. 19, 231; Dio Chrys. 3, 15; Da 9:18 Theod.; Ac 22:23; Hv 3, 5, 5; Just., A I, 18, 4 (the word is found Hom.+; ins, pap, LXX; pseudepigr.; Joseph. [ῥίπτω Bell. 1, 150, Ant. 16, 248—ῥιπτέω Ant. 2, 206; 14, 70]; Just., s. above; Ath. 26, 3) impf. ἐ(ρ)ρίπτουν; fut. 3 sg. ῥίψει LXX; 1 aor. ἔ(ρ)ριψα, impv. ῥῖψον; ptc. n. ῥῖψαν (ῥίψαν). Pass.: fut. ῤιφήσομαι LXX; aor. 3 sg., pl. ἐρρίφη,-σαν LXX, ptc. ῥιφείς LXX; inf. ῥιφῆναι LXX; pf. 3 sg. ἔρριπται; ptc. ἐ(ρ)ριμμένος; plpf. 3 sg. ἔρριπτο 2 Macc 3:29 (on the doubling of the ρ s. W-S. §5, 26b; B-D-F §11, 1; Mlt-H. 101f. Itacistic ptc. ἐρρημένος Tob 1:17 cod. V; TestJob 30:5 [s. 2 below]; ἐρημένοι Mt 9:36 cod. L).
    to propel someth. with a forceful motion, throw, in a manner suited to each special situation: throw away (OdeSol 11:10; JosAs 12:9; Achilles Tat. 2, 11, 5) Μωϋσῆς ἔ(ρ)ριψεν ἐκ τῶν χειρῶν τὰς πλάκας B 14:3 (Ex 32:19; Dt 9:17); cp. 4:8. ῥ. τι μακρὰν ἀπό τινος throw someth. far away from someth. Hv 3, 2, 7; Hs 9, 7, 2; without μακράν v 3, 5, 5. Pass. w. μακράν 3, 2, 9; 3, 6, 1; 3, 7, 1.— Throw into the sea, fr. a ship (Chariton 3, 5, 5; TestJob 8:7; Achilles Tat. 3, 2, 9) Ac 27:19, 29; fr. dry land, pass. εἰς τὴν θάλασσαν Lk 17:2 (ῥ. εἰς as Polyaenus 8, 48; schol. on Nicander, Ther. 825 [ῥ. εἰς τὴν θαλ.]; Gen 37:20; Ex 1:22; TestZeb 2:7).—ῥίψας τὰ ἀργύρια εἰς τὸν ναόν Mt 27:5 (Diod S 27, 4, 8 the temple-robbers, suffering an attack of conscience ἐρρίπτουν τὰ χρήματα; Appian, Bell. Civ. 2, 23 §86 Πτολεμαίου τὰ χρήματα ῥίψαντος εἰς τὴν θάλασσαν; Ps.-Anacharsis, Ep. 6 ῥίψας τὸ ἀργύριον).— Take off clothing (Aristoph., Eccl. 529; Pla., Rep. 5, 474a τὰ ἱμάτια) as a statement of protest Ac 22:23 (s. Field, Notes 136).— Throw down to the floor τινά someone Lk 4:35. Expose newborn infants (Apollod. [II B.C.]: 244 Fgm. 110a Jac.; POxy 744 [I B.C.]; Diod S 2, 58, 5; Epict. 1, 23, 10; Aelian, VH 2, 7; Ps.-Phoc. 185 [Horst p. 233, lit.]; cp. Wsd 11:14; SibOr 2, 282; other reff. EBlakeney, The Epistle to Diognetus ’43, 50f; Christians forbid it Just., A I, 27, 1.—The Family in Ancient Rome, ed. BRawson ’86, 172, 246 [lit.]) Dg 5:6 (AvanAarde, SPSBL ’92, 441–42).
    w. no connotation of violence, but context may indicate some degree of rapidity, put/lay someth. down (Demosth. 19, 231; Crinagoras 2, 1; Gen 21:15; 2 Macc 3:15) Ἰωσὴφ … ῥίψας τὸ σκέπαρνον Joseph threw down his axe GJs 9:1. Ἐλισάβεδ ἔρριψεν τὸ κόκκινον 12:2. ἔ(ρ)ριψαν αὐτοὺς (the sick people) παρὰ τοὺς πόδας αὐτοῦ Mt 15:30. Ἰωσὴφ … ἔρριψεν αὑτὸν χαμαὶ ἐπὶ τὸν σάκκον Joseph threw himself down on sackcloth GJs 13:1 (TestAbr A 11 p. 89, 13 [Stone p. 26]). Pass. pf. ptc. thrown down, prostrate, scattered, of position on an extended flat surface such as ‘ground, floor’ (X., Mem. 3, 1, 7; Polyb. 5, 48, 2; Plut., Galba 1066 [28, 1]; Epict. 3, 26, 6 χαμαὶ ἐρριμμένοι; Chariton 2, 7, 4 ἐρρ. ὑπὸ λύπης; 3 Km 13:24; Jer 14:16; 1 Macc 11:4; TestJob 30:5; Jos., Ant. 3, 7; 6, 362) the vine, without the support of the elm tree, is ἐ(ρ)ριμμένη χαμαί Hs 2:3; cp. 4. Of the crowds of people ἦσαν ἐσκυλμένοι καὶ ἐ(ρ)ριμμένοι ὡσεὶ πρόβατα μὴ ἔχοντα ποιμένα they were distressed and dejected, like sheep without a shepherd Mt 9:36 (of animals lying on the ground Heraclit. Sto. 14 p. 22, 20 τὰ ἐπὶ γῆς ἐρριμμένα ζῷα; Eutecnius 4 p. 42, 25).—B. 673. DELG. M-M. TW. Spicq.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > ῥίπτω

  • 13 ζάκορος

    ζάκορος, ὁ, ἡ, Tempeldiener, Priester, aber nach Thom. Mag. σεμνότερόν τι ἦν νεωκόρου; Plut. Sull. 7, ἱερεῖς καὶ ζάκοροι ϑεῶν Cam. 30; ἡ ζ. Ἀφροδίτης Ath. XIII, 590 d; vgl. Nic. Al. 217. Uebh. = ὑπηρέτης, Suid. Nicht mit Buttm. Lexil. I p. 220 eins mit διάκονος u. διάκτορος, sondern ζακόρος, gleichsam Erzdiener; Suid. erkl. ὁ τὸν ναὸν σαρῶν, also von κορεῖν, w. m. s.

    Griechisch-deutsches Handwörterbuch > ζάκορος

  • 14 κατοικεω

        тж. med.
        1) населять, обитать
        

    (Οὔλυμπον Pind.; τούσδε τοὺς τόπους Soph.; ἐν ἄστει Plat.; τὸν ναόν, ἐπὴ πᾶν τὸ πρόσωπον τῆς γῆς NT.)

        2) селиться, заселять
        

    (πόλιν Ζάγκλην Her.; τήνδε γῆν Κορινθίαν, Κιθαιρῶνος λέπας Eur.; εἰς πόλιν NT.; med. κατὰ κώμας Her.)

        οἱ παρὰ τέν Ἐροθρέν θάλασσαν κατοικήμενοι Her.жители берегов Эритрепского моря

        3) помещаться, находиться, быть расположенным
        

    (ἐν πεδίοις Plat.)

        4) pass. быть управляемым

    Древнегреческо-русский словарь > κατοικεω

  • 15 περιδύω

    2 c.acc.pers., strip,

    εἰ μὴ ἔφθησαν περιδύσαντες αὐτόν Antipho 2.2.5

    ;

    π. τὰ νεκρά App.BC5.68

    , etc.: metaph., deprive of authority, J.AJ13.15.3.
    3 c. acc. pers. et rei, strip one of a thing,

    αὐτὰ [ποιήματα] περιδύσας τὸ μέτρον Epich.[254]

    (dub.);

    τὰ λοιπὰ π. τινάς App.BC5.67

    ;

    ἑαυτὸν τὴν ἐσθῆτα J.AJ6.11.5

    .
    b c.acc. et gen., π. τὸν ναὸν τῶν ἀναθημάτων ib.9.12.3.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > περιδύω

  • 16 περικατέχω

    A shut in all round, τὴν πόλιν, τὸν ναόν, J.BJ3.7.3, 6.4.5 :—[voice] Pass., [tense] aor. 1 part. περικατασχεθείς v. l. in Ph.1.657.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > περικατέχω

  • 17 συνειλέω

    A crowd together,

    τὰ τέκνα καὶ τὰς γυναῖκας ἐς τοὺς νεωσοίκους συνειλήσας Hdt.3.45

    ; also of things, bind together,

    ῥάβδους Id.4.67

    :—[voice] Pass., to be crowded or pressed together, εἰς ἔλαττον into less compass, X.HG7.2.8;

    περὶ τὸν ναόν J.BJ5.3.1

    : abs., Plu. Alex.60 (so ἑαυτὸν συνειλήσας, of the hedgehog, Ael.NA6.64); τροφὴ συνειληθεῖσα compressed, Thphr.CP3.14.8;

    κύστις σ. εἰς ἑωυτήν Aret.SD1.7

    ;

    ἐς κυκεῶνα πάντα συνειλέονται Luc.Vit.Auct. 14

    : metaph.,

    σ. ἀπορίᾳ S.E.M.7.304

    .

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συνειλέω

  • 18 ἐπισκευάζω

    ἐπισκευ-άζω, [tense] fut.
    A

    - σκευῶ PSI4.382.3

    (iii B.C.):— get ready,

    δεῖπνον Ar.Ec. 1147

    ([voice] Pass.); ἐ. ναῦν refit, Th.1.29, etc.; ἐ. ἵππους saddle, equip them, X.HG5.3.1 (s.v.l.):—[voice] Med., ἐπισκευάσασθαι ναῦς have them refitted, Th.7.36; ἐ. ὑποζύγια have them packed, pack them, X. HG7.2.18.
    3. [voice] Med., provide oneself with necessaries for a journey, Act.Ap.21.15.
    II. make afresh, repair, restore,

    τὰ τείχη Th.7.24

    ; τὸν ναόν Inscr. ap. X.An.5.3.13;

    τὰς τριήρεις And.3.14

    , cf. Lys.Fr.34;

    τὰς ὁδούς D.3.29

    :—[voice] Med.,

    πόλιν παλαιὰν ἐ. διεφθαρμένην Pl.Lg. 738b

    :—[voice] Pass., PPetr.2pp.34,62 (iii B.C.).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐπισκευάζω

  • 19 εἰδωλεῖον

    εἰδωλεῖον, ου, τό (on the spelling εἰδώλιον s. B-D-F §13; 111, 5; PKatz, TLZ ’36, 283; Rob. 154) place of worship with a cult image, idol’s temple 1 Cor 8:10 (cp. 1 Esdr 2:7; Bel 10; 1 Macc 10:83; TestJob 5:2 εἰς τόν ναὸν τοῦ εἰδωλίου in the temple with a cult image).—DELG s.v. εἶδος. M-M. TW.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > εἰδωλεῖον

  • 20

    ὁ, ὅ, ὅς, The uses are relative, demonstrative, articular: where is not followed by a particle, it is often impossible to decide whether the u<*>e is relative or demonstrative, cf. Des Places 35ff. A relative, cf. ὅς τε. (ὅ, ὅς, τοῦ, οὗ, τῷ, ᾧ, τόν, ὅν, τοί, οἵ, τῶν, ὧν, τοῖςι), οἷς, οἶσιν), τούς; ἅ, ἇς, τᾶς, ᾆ, τᾷ, ἅν, τάν, αἵ, ταί, τᾶν, αἷςι), ταῖσι; τοῦ, οὕνεκεν, ᾧ, τῷ, τό, τά, τῶν, ὧν, οἷσιν, τά.)
    1 c. ind.
    a preceded by an antecedent.

    Ἱέρωνος θεμιστεῖον ὃς ἀμφέπει σκᾶπτον O. 1.12

    Πέλοπος τοῦ μεγασθενὴς ἐράσσατο Γαιάοχος O. 1.25

    ἕλεν ἄταν ὑπέροπλον ἅν τοι πατὴρ ὕπερ κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον, τὸν αἰεὶ μενοινῶν κεφαλᾶς βαλεῖν εὐφροσύνας ἀλᾶται (Fennel: τάν οἱ codd.: ἅν οἱ Hermann, v. d. Mühll) O. 1.57—8. νέκταρ ἀμβροσίαν τε δῶκεν, οἷσιν ἄφθιτον θέν νιν ( οἷς νιν coni. Bergk) O. 1.63 [ ἃ τέκε (codd.: ἔτεκε Boehmer: τέκε τε byz.) O. 1.89]

    πατέρων · καμόντες οἳ πολλὰ θυμῷ ἱερὸν ἔσχον οἴκημα O. 2.8

    κούραις, ἔπαθον αἳ μεγάλα O. 2.23

    ὕδωρ δ' ἄλλα (sc. ἄνθεμα)

    φέρβει, ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπλέκοντι O. 2.74

    Ῥαδαμάνθυος ὃν πατὴρ ἔχει μέγας ἑτοῖμον αὐτῷ πάρεδρον O. 2.76

    Ἀχιλλέα ὃς Ἕκτορα σφᾶλε O. 2.81

    κόσμον ἐλαίας, τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν O. 3.13

    Πίσα τᾶς ἄπο θεόμοροι νίσοντ' ἐπ ἀνθρώπους ἀοιδαί O. 3.9

    ἔλαφον ἅν ποτε Ταυγέτα ἀντιθεῖσ' Ὀρθωσίας ἔγραψεν ἱεράν O. 3.29

    δένδρεα · τῶν νιν γλυκὺς ἵμερος ἔσχεν O. 3.33

    ἀλλὰ Κρόνου παῖ, ὃς Αἴτναν ἔχεις O. 4.6

    Ψαύμιος ὃς ἐλαίᾳ στεφανωθεὶς Πισάτιδι κῦδος ὄρσαι σπεύδει Καμαρίνᾳ O. 4.11

    Ψαύμιος · ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων ἐγέραρεν O. 5.4

    ὀχετούς, Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατὸν O. 5.12

    αἶνος ὃν ἐν δίκᾳ φθέγξατ O. 6.12

    Πιτάναν ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται O. 6.29

    ἥρωι ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε O. 6.34

    Ἑρμᾶν ὃς ἀγῶνας ἔχει O. 6.79

    ἀκόνας, ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει (but more prob. articular: cf. C. 2. d infra) O. 6.83 Μετώπα, πλάξιππον ἃ Θήβαν ἔτικτεν, τᾶς ἐρατεινὸν ὕδωρ πίομαι (bis) O. 6.85

    Ὀρτυγίας, τὰν Ἱέρων καθαρῷ σκάπτῳ διέπων ἀμφέπει Δάματρα O. 6.93

    [ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχοντ ἀγαθαί (v. l. κατέχωντ) O. 7.10]

    παῖδας, ὧν εἷς μὲν Κάμιρον πρεσβύτατόν τε Ἰάλυσον ἔτεκεν O. 7.73

    Ζηνὶ ὃς σὲ μὲν Νεμέᾳ πρόφατον θῆκεν O. 8.16

    Αἰακοῦ· τὸν καλέσαντο σύνεργον O. 8.31

    Ἀλκιμέδων ὃς ἐν τέτρασιν παίδων ἀπεθήκατο γυίοις νόστον O. 8.67

    Βλεψιάδαις ἕκτος οἷς ἤδη στέφανος περίκειται O. 8.76

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    ἀκρωτήριον Ἄλιδος τὸ δή ποτε Λυδὸς ἥρως Πέλοψ ἐξάρατο O. 9.10

    υἱόν, ἃν Θέμις θυγάτηρ τέ οἱ σώτειρα λέλογχεν O. 9.15

    ῥάβδον, βρότεα σώμαθ' ᾇ κατάγει O. 9.34

    Μενοίτιον· τοῦ παῖς ἔστα σὺν Ἀχιλλεῖ O. 9.70

    ἀγῶνα ὃν ἀρχαίῳ σάματι πὰρ Πέλοπος ἐκτίσσατο O. 10.24

    μελέων, τὰ παρ' εὐκλέι Δίρκᾳ χρόνῳ μὲν φάνεν O. 10.85

    Ἀρχεστράτου τὸν εἶδον κρατέοντα O. 10.100

    ὥρᾳ τε κεκραμένον, ἅ ποτε ἀναιδέα Γανυμήδει θάνατον ἆλκε σὺν Κυπρογένει O. 10.104

    ἐγκώμιον τεθμόν, τὸν ἄγει πεδίων ἐκ Πίσας O. 13.29

    πατρὸς ὃς ἔπαθεν O. 13.63

    φόρμιγξ τᾶς ἀκούει μὲν βάσις P. 1.2

    Τυφὼς · τόν ποτε Κιλίκιον θρέψεν πολυώνυμον ἄντρον P. 1.16

    Αἴτνα · τᾶς ἐρεύγονται μὲν ἀπλάτου πυρὸς ἁγνόταται ἐκ μυχῶν παγαί P. 1.21

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος, γαίας μέτωπον, τοῦ μὲν ἐπωνυμίαν κλεινὸς οἰκιστὴρ ἐκύδανεν πόλιν (bis) P. 1.30

    Ποίαντος υἱὸν ὃς Πριάμοιο πόλιν πέρσεν P. 1.54

    Αἴτνας βασιλεῖ·· τῷ πόλιν Ἱέρων ἔκτισσε P. 1.61

    Τυνδαριδᾶν βαθύδοξοι γείτονες, ὧν κλέος ἄνθησεν αἰχμᾶς P. 1.66

    Συρακοσίων ἀρχῷ ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    μαχᾶν, ταῖσι Μήδειοι κάμον P. 1.78

    τετραορίας εὐάρματος Ἱέρων ἐν ᾇ

    κρατέων ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν P. 2.5

    ὕμνον τὸν ἐδέξαντ' ἀμφ ἀρετᾷ P. 1.80

    Ἀρτέμιδος, ἇς οὐκ ἄτερ ἐδάμασσε πώλους (Hermann: τᾶς codd.) P. 2.7

    Κινύραν τὸν ὁ χρυσοχαῖτα προφρόνως ἐφίλησ' Ἀπόλλων P. 2.16

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον πολυγαθέες P. 2.27

    γόνον τὸν ὀνύμαζε τράφοισα Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (bis) P. 2.44

    θεός, ὃ καὶ πτερόεντ' αἰετὸν κίχε P. 2.50

    θεός, ὃς ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    ξένον, ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς P. 3.70

    στεφάνοις, τοὺς ἀριστεύων Φερένικος ἕλεν Κίρρᾳ ποτέ P. 3.74

    Ματρί, τᾶν κοῦραι παρ' ἐμὸν πρόθυρον σὺν Πανὶ μέλπονται P. 3.78

    ( Πηλεύς τε καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    [ὅς (codd. contra metr.: σάος Schr.) P. 3.106]

    τὸ Μηδείας ἔπος Αἰήτα τό ποτε ζαμενὴς παῖς ἀπέπνευσ P. 4.10

    κεῖνος ὄρνις τόν ποτε δέξατP. 4.20Εὔφαμος, τόν ποτ' Εὐρώπα τίκτεP. 4.46

    μελίσσας Δελφίδος ἅ σε χαίρειν ἐστρὶς αὐδάσαισα ἄμφανεν P. 4.61

    τοκέων, τοί μ' κρύβδα πέμπονP. 4.111 ἀγρούς τοὺς ἀπούρας ἁμετέρων τοκέων νέμεαιP. 4.149θρόνος, ᾧ ποτε Κρηθείδας ἐγκαθίζων εὔθυνεP. 4.152 δέρμα τε κριοῦ τῷ ποτ' ἐκ πόντου σαώθηP. 4.161

    βόας, οἳ φλόγ' ἀπὸ ξανθᾶν γενύων πνέον P. 4.225

    δράκοντος ὃς πάχει μάκει τε πεντηκόντερον ναῦν κράτει, τέλεσεν ἃν πλαγαὶ σιδάρου (bis) P. 4.245

    Κάστορος· εὐδίαν ὃς μετὰ χειμέριον ὄμβρον τεὰν καταιθύσσει μάκαιραν ἑστίαν P. 5.10

    Κάρρωτον ὃς Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους P. 5.27

    ἀνδριάντι Κρῆτες ὃν τοξοφόροι τέγει Παρνασσίῳ καθέσσαντο P. 5.41

    Ἀπόλλων ὃ καὶ βαρειᾶν νόσων ἀκέσματ' νέμει P. 5.63

    μυχόν τ' ἀμφέπει μαντήιον. τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους (ᾧ, τῷ χρησμῷ Σ.) P. 5.69

    πόλιν. ἔχοντι τὰν χαλκοχάρμαι ξένοι Τρῶες P. 5.82

    ἄνδρες τοὺς

    Ἀριστοτέλης ἄγαγε P. 5.87

    Ἀρκεσίλᾳ· τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.103

    ὕμνων θησαυρὸς. τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος οὔτ' ἄνεμος ἐς μυχοὺς ἁλὸς ἄξοισι P. 6.10

    Ἀντίλοχος ὃς ὑπερέφθιτο πατρός P. 6.30

    Ἐλέλιχθον, ἄρχεις ὃς ἱππιᾶν ἐσόδων P. 6.50

    ἀστῶν οἳ τεὸν δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν P. 7.10

    τὺ (= Ἡσυχία) —

    τὰν οὐδὲ Πορφυρίων μάθεν παρ' αἶσαν ἐξερεθίζων P. 8.12

    Ἀπόλλωνος· ὃς εὐμενεῖ νόῳ λτ;γτ;ενάρκειον ἔδεκτο υἱὸν P. 8.18

    σωμάτεσσι τοῖς οὔτε νόστος ὁμῶς ἔπαλπνος ἐν Πυθιάδι κρίθη P. 8.83

    Κυράνας, τὰν Λατοίδας ἅρπασ P. 9.5

    Ὑψέος ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦν βασιλεύς P. 9.14

    ὅν ποτε Κρέοισ' ἔτικτεν P. 9.15

    σέ, τὸν οὐ θεμιτὸν ψεύδει θιγεῖν P. 9.42

    ὦ ἄνα, κύριον ὃς πάντων τέλος οἶσθαP. 9.44 παῖδα ὃν κλυτὸς Ἑρμᾶς οἴσειP. 9.59

    Κυράναν, ἅ νιν εὔφρων δέξεται P. 9.73

    Ἰόλαον. τόν κρύψαν ἔνερθ' ὑπὸ γᾶν P. 9.80

    κῶφος ἀνήρ τις, ὃς Ἡρακλεῖ στόμα μὴ περιβάλλει, μηδὲ Διρκαίων ὑδάτων ἀὲ μέμναται, τά νιν θρέψαντο καὶ Ἰφικλέα, τοῖσι τέλειον ἐπ' εὐχᾷ κωμάσομαί τι παθὼν ἐσλόν (ter) P. 9.87—9.

    κούραν, τὰν μάλα πολλοὶ ἀριστῆες ἀνδρῶν αἴτεον P. 9.107

    Ὑπερβορέων. παρ' οἶς ποτε Περσεὺς ἐδαίσατο λαγέτας P. 10.31

    ὧν θαλίαις ἔμπεδον εὐφαμίαις τε μάλιστ' Ἀπόλλων χαίρει P. 10.34

    θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5

    ἀγῶνι ἐν τῷ Θρασυδᾷος ἔμνασεν ἑστίαν P. 11.13

    Ὀρέστα· τὸν δὴ ἐκ δόλου τροφὸς ἄνελε δυσπενθέος P. 11.17

    Πυθονίκῳ ἢ Θρασυδᾴῳ, τῶν εὐφροσύνα τε καὶ δόξ' ἐπιφλέγει P. 11.45

    τέχνᾳ, τάν ποτε Παλλὰς ἐφεῦρε P. 12.6

    θρῆνον. τὸν ἄιε λειβόμενον P. 12.9

    υἱὸς Δανάας· τὸν ἀπὸ χρυσοῦ φαμὲν αὐτορύτου ἔμμεναι P. 12.17

    δονάκων, τοὶ παρὰ καλλιχόρῳ ναίοισι πόλι Χαρίτων P. 12.26

    ἀλλ' ἔσται χρόνος οὖτος, ὃ καὶ τὸ μὲν δώσει P. 12.31

    νάσω, τὰν Ζεὺς ἔδωκεν

    Φερσεφόνᾳ N. 1.13

    ἀοιδὰν. τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο N. 3.9

    Μυρμιδόνες ὧν παλαίφατον ἀγορὰν οὐκ ἐλεγχέεσσιν ἐμίανε N. 3.14

    κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος ἥρως θεὸς ἃς ἔθηκε ναυτιλίας ἐσχάτας μάρτυρας κλυτούς N. 3.22

    Πηλεὺς ὃς καὶ Ἰαολκὸν εἶλε N. 3.34

    Ἀσκλαπιόν, τὸν φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον N. 3.55

    σέο δ' ἀγών, τὸν ὕμνος ἔβαλεν ὄπι νέων ἐπιχώριον χάρμα κελαδέων N. 3.65

    Ἀριστοκλείδᾳ ὃς τάνδε νᾶσον εὐκλέι προσέθηκε λόγῳ N. 3.68

    αἰετὸς ὃς ἔλαβεν αἶψα N. 3.81

    Ἡρακλέος. σὺν ᾧ ποτε Τροίαν κραταιὸς Τελαμὼν πόρθησε N. 4.25

    ἕδραν, τὰν οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ' ἐφεζόμενοι δῶρα καὶ κράτος ἐξέφαναν (Herwerden: τᾶς codd.) N. 4.67 ( κεῖνος) τὸν Εὐφάνης ἐθέλων γεραιὸς προπάτωρ σὸς ἄεισέν ποτε, παῖ (Σ assume Kallikles to be antecedent, others refer to ἀγῶνι or Ὀρσοτριαίνα, cf. N. 2.24) N. 4.89

    ἄρουραν· τάν ποτ' εὔανδρόν τε καὶ ναυσικλυτὰν θέσσαντο N. 5.9

    Ποσειδάωνα ὃς Αἰγᾶθεν ποτὶ κλειτὰν θαμὰ νίσεται Ἰσθμὸν Δωρίαν N. 5.37

    μείς τ' ἐπιχώριος, ὃν φίλησ Ἀπόλλων N. 5.44

    παῖς ἐναγώνιος, ὃς ταύταν μεθέπων Διόθεν αἶσαν νῦν πέφανται οὐκ ἄμμορος N. 6.13

    Σαοκλείδἀ, ὃς ὑπέρτατος Ἁγησιμάχοἰ ὑέων γένετο N. 3.21

    ἀγώνων ἄπο, τοὺς ἐνέποισιν ἱερούς N. 6.59

    Αἴας, ὃν πόρευσαν N. 7.27

    [ βοαθοῶν τοι. v.

    τοι N. 7.33

    ]

    πόλιν. τᾷ καὶ Δαναοὶ πόνησαν N. 7.35

    γλῶσσαν, ὃς ἐξέπεμψεν παλαισμάτων αὐχένα καὶ σθένος ἀδίαντον N. 7.72

    τίν Γίγαντας ὃς ἐδάμασας N. 7.90

    [ γέρας τό περ νῦν. v. , C. N. 7.101]

    ἡρώων ἄωτοι οἵ τε κρανααῖς ἐν Ἀθάναισιν ἅρμοζον στρατόν, οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.11

    πάρφασις ἃ τὸ μὲν λαμπρὸν βιᾶται, τῶν δ' ἀφάντων κῦδος ἀντείνει σαθρόν N. 8.34

    ῥεέθροις, ὧν ἐγὼ μνασθεὶς ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς· ὅς τότε ἄμφαινε κυδαίνων πόλιν N. 9.9

    —11.

    αἰδὼς ἃ φέρει δόξαν N. 9.34

    φιάλαι-

    σι ἅς ποθ' ἵπποι κτησάμεναι Χρομίῳ πέμψαν N. 9.52

    Ἡρακλέος οὗ κατ' Ὄλυμπον ἄλοχος Ἥβα ἔστι N. 10.17

    ἑταίρους οἵ σε γεραίροντες ὀρθὰν φυλάσσοισιν Τένεδον N. 11.5

    Δᾶλος, ἐν ᾇ κέχυμαι I. 1.4

    πατρίδι ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα, θρασεῖαι τόν ποτε Γηρυόνα φρίξαν κύνες (bis) I. 1.12—3.

    ἄρουραν, ἅ νιν ἐν κρυοέσσᾳ δέξατο συντυχίᾳ I. 1.36

    φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς δίφρον Μοισᾶν ἔβαινον ( οἳ Σ: ὅσοι codd.) I. 2.1 τὠργείου χρήματα χρήματ' ἀνήρ ὃς φᾶ (others view ὅς as dem.) I. 2.11

    νίκαν, τὰν λτ;γτ;ενοκράτει Ποσειδάων ὀπάσαις στεφάνωμα κόμᾳ πέμπεν I. 2.14

    χεῖρα τὰν Νικόμαχος κατὰ καιρὸν νεῖμ I. 2.22

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    ἀρετὰς. αἷσι Κλεωνυμίδαι θάλλοντες αἰεὶ διέρχονται I. 4.4

    Ἄἴαντος ἀλκάν, φοίνιον τὰν ὀψίᾳ ἐν νυκτὶ ταμὼν μομφὰν ἔχει I. 4.35

    Ὅμηρος ὃς αὐτοῦ πᾶσαν ὀρθώσαις ἀρετὰν κατὰ ῥάβδον ἔφρασεν I. 4.37

    υἱὸς Ἀλκμήνας· ὃς Οὔλυμπόνδ' ἔβα I. 4.55

    θανόντων· τοὺς Μεγάρα τέκε οἱ Κρεοντὶς υἱούς· τοῖσιν ἐν δυθμαῖσιν αὐγᾶν φλὸξ παννυχίζει I. 4.64

    —5.

    Αἰακοῦ παίδων τε. τοὶ καὶ σὺν μάχαις δὶς πόλιν Τρώων ἔπραθον I. 5.35

    πατρός. τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον ἆγε I. 6.27

    θηρός, ὃν πάμπρωτον ἀέθλων κτεῖνά ποτ' ἐν ΝεμέᾳI. 6.48ἔσσεταί τοι παῖς, ὃν αἰτεῖςI. 6.52

    ὕδωρ, τὸ ἀνέτειλαν I. 6.74

    θάλος, χάλος, χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄρης ἔμειξεν I. 7.25

    Ζηνί ὃ τὰν μὲν ᾤκισσεν ἁγεμόνα I. 8.19

    Αἰακὸν. ὃ καὶ δαιμόνεσσι δίκας ἐπείραινε I. 8.23

    Ἀχιλέος. ὃ καὶ Μύσιον ἀμπελόεν αἵμαξε I. 8.49

    θεόν, ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον ἄλλο βέλος διώξει χερί I. 8.34

    ἶνας ἐκταμὼν δορί, ταί μιν ῥύοντό ποτε I. 8.52

    ἀριστέας οἶς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς πρόφαινεν I. 8.55

    μιν ὃς ἔλαχεν σελίνων I. 8.63

    ( Ζεύς), ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34. Εὐξαντίου [Κρητ]ῶν μαιομένων

    ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    Διὸς Ἐννοσίδαν τε. χθόνα τοί ποτε καὶ στρατὸν ἀθρόον πέμψαν κεραυνῷ τριόδοντί τε ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.42

    ]ὃν ἔμβα[λ Pae. 6.78

    Νεοπτόλεμον. ὃς διέπερσεν Ἰλίου πόλιν Pae. 6.104

    χρηστήριον[ ]ἐν ᾧ Τήνερον ἔτεκ[εν Pae. 9.41

    τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει; (cod. unus Stobaei in marg., cett.: om. Clem. Alex.: ᾆ τ Boeckh) fr. 61. 1. θεοί, πολύβατον οἵ τ' ἄστεος ὀμφαλὸν θυόεντ οἰχνεῖτε πανδαίδαλόν τ εὐκλἔ ἀγοράν fr. 75. 3. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν, τὸν Βρόμιον τὸν Ἐριβόαν τε βροτοὶ καλέομεν ( ὃν ὃν v. l.: τε om. codd. nonnulli: docti unum vel alterum τὸν del.) fr. 75. 10. Ἀλαλά, ᾆ θύεται ἄνδρες fr. 78. 2. ἀνδρὸς δ' οὔτε γυναικός, ὧν θάλεσσιν ἔγκειμαι Παρθ. 2. 3. νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς, ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2.. θυγάτηρ, Ἀνδαισιστρότᾰ ἃν ἐπάσκησε Παρθ. 2.. Ὑμέναιον, ὃν λάβεν (ὃν supp. Hermann: om. cod.) Θρ. 3.. ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ αὔξοντ fr. 133. 3. ἑορτὰ ἐν ᾇ πρῶτον εὐνάσθην fr. 193. Ἐλπίς, ἃ μάλιστα κυβερνᾷ fr. 214. 3.
    b where the antecedent follows the rel. cl. [ ταί τε ναίετε (Bergk: αἵ τε codd.) O. 14.2]

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα ὅς τ' ἐν αἰνᾷ Ταρτάρῳ κεῖται, θεῶν πολέμιος, Τυφώς P. 1.15

    ὃς δὲ διδάκτ' ἔχει, ψεφεννὸς ἀνὴρ N. 3.41

    οἶσι δὲ Φερσεφόνα ποινὰν παλαιοῦ πένθεος δέξεται, ἐς τὸν ὕπερθεν ἅλιον κείνων ἐνάτῳ ἔτει ἀνδιδοῖ ψυχὰς πάλιν fr. 133. 1. ὁ χοροιτύπος, ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156.
    c with interior antecedent. “ἀρχαίαν κομίζων πατρὸς ἐμοῦτάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν λαγέτᾳ Αἰόλῳ καὶ παισὶ τιμάν ( ἀρχὰν ἀγκομίζων Chaeris) P. 4.107

    μακάριος, ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φέρτατων μναμήἰ P. 5.46

    d
    I ἐξ οὗ, from then on

    ἐξ οὗ πολύκλειτον καθ' Ἕλλανας γένος Ἰαμιδᾶν O. 6.71

    ἐξ οὗ Θέτιος γόνος οὐλίῳ μιν ἐν Ἄρει παραγορεῖτο μή ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι αἰχμᾶς O. 9.76

    I being demonstrative in same case as rel. ἀντεβόλησεν τῶν ἀνὴρ θνατὸς οὔπω τις πρότερον ( τοιούτων ὧν) O. 13.31 ὧν ἔραται, καιρὸν διδούς ( τούτων ὧν) P. 1.57 τῶν δ' ἕκαστος ὀρούει, τυχών κεν ἁρπαλέαν σχέθοι φροντίδα τὰν πὰρ ποδός ( τούτων ὧν) P. 10.61 πράσσει γὰρ ἔργῳ μὲν σθένος, βουλαῖσι δὲ φρήν, ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται ( τούτοις οἷς) N. 1.28 σύνες ὅ τοι λέγω ( τοῦτο ὅ) fr. 105. 1. ἀλᾶται στρατῶν, ὃς ἀμαξοφόρητον οἶκον οὐ πέπαται ( ἐκεῖνος ὅστις) fr. 105b. 2. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4. ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε fr. 124. 8.
    II being assimilated to the case of the rel. τιμὰ δὲ γίνεται, ὧν θεὸς ἁβρὸν αὔξει λόγον τεθνακότων (τούτοις, ὧν) N. 7.32 Ζεῦ πάτερ, τῶν μὰν ἔραται φρενί, σιγᾷ οἱ στόμα ( ταῦτα ὧν) N. 10.29 ὀρνιχολόχῳ τε καὶ ὃν πόντος τράφει ( ἐκείνῳ ὃν) I. 1.48
    f where antecedent does not correspond to rel. in gender or number. ὀρθὰν ἄγεις ἐφημοσύναν, τά ποτ' ἐν οὔρεσι φαντὶ μεγαλοσθενεῖ Φιλύρας υἱὸν ὀρφανιζομένῳ Πηλείδᾳ παραινεῖν (Er. Schmid: τὰν codd.) P. 6.21
    2 c. subj.
    a preceded by definite antecedent.
    I μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε πρώτοις αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (v. l. ποτιστάξει, -άζει) O. 6.75 ὁ δ' ὄλβιος ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί ( κατέχοντ v. l.) O. 7.10

    ἐκ πόνων δ, οἳ σὺν νεότατι γένωνται σύν τε δίκᾳ N. 9.44

    II add. κε/

    ἄν. ἀμφοτέροισι δ' ἀνήρ, ὃς ἂν ἐγκύρσῃ καὶ ἕλῃ, στέφανον ὕψιστον δέδεκται P. 1.100

    γένος, οἵ κεν τάνδε νᾶσον ἐλθόντες τέκωνται φῶταP. 4.51

    ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς, ὃς ἂν τὰ μέγιστ' ἀέθλων ἕλῃ P. 10.23

    , cf. P. 5.65 infra.
    I being demonstrative in same case as rel.

    δίδωσί τε Μοῖσαν οἷς ἂν ἐθέλῃ P. 5.65

    ὃς δ' ἀμφ ἀέθλοις ἄρηται κῦδος ἁβρόν, εὐαγορηθείς κέρδος ὕψιστον δέκεται I. 1.50

    II where the rel. is assimilated to the case of the antecedent. ἐν δὲ πείρᾳ τέλος διαφαίνεται ὧν τις ἐξοχώτερος γένηται ( τούτων ἅ) N. 3.71 τὰ δ' αὐτὸς ἀντιτύχῃ, ἔλπεταί τις ἕκαστος ἐξοχώτατα φάσθαι ( ταῦτα ὧν: ἄν τις τύχῃ codd., corr. Mingarelli) N. 4.91
    c where the antecedent does not correspond with the rel. in gender or number, v. P. 4.51 supra
    a
    II
    3 c. opt.
    a with definite antecedent. ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα, τὸν Εὐάδνα τέκοι (v. Goodwin, M & T, § 700) O. 6.49
    b add. κε/ἄν, v. P. 9.119 infra c.
    c antecedent omitted, being demonstrative assimilated to the case of the rel. θανεῖν δ' οἷσιν ἀνάγκα, τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (byz.: οἷς codd.) O. 1.82 εἶπε δ' ἐν μέσσοις ἀπάγεσθαι, ὃς ἂν πρῶτος θορὼν ἀμφί οἱ ψαύσειε πέπλοις (The oratio recta would be ὃς ἂν ψαύσῃ,” Gildersleeve) P. 9.119
    4 f. s. dat. pro adv., =

    ὡς. ζεῦξον ἤδη μοι σθένος ἡμιόνων ᾇ τάχος O. 6.23

    ἐνυπνίῳ δ' ᾇ τάχιστα πιθέσθαι κελήσατο μιν (Kayser: δ' ἇ, δαί, δέ codd.) O. 13.79
    5 exx. where rel. conj. is postponed within rel cl. as second word, O. 1.12, O. 1.82, O. 2.8, O. 2.23, O. 2.74, O. 6.85, O. 8.76, P. 4.10, P. 4.246, P. 5.10, P. 5.41, P. 5.82, P. 6.50, P. 9.44, I. 1.13, I. 7.25, fr. 12, Πα.., Παρθ. 2. 71: as third word, O. 5.12, O. 9.34, P. 2.5, N. 3.22,

    Κρητ]ῶν μαιομένων ὃς ἀνα[ίνετο] αὐταρχεῖν Pae. 4.36

    as fourth word, or more,

    ὠκυπόρων ἀπὸ ναῶν ὅ σφιν ἐν πόντῳ βάλεθ' ἁλικίαν P. 1.74

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον

    ὑπέρτατον οἳ σχεῖν P. 3.89

    ἐσσόμενον προιδεῖν συγγενὲς οἷς ἕπεται N. 1.28

    τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας πρὸς ὄσσων μαρμαρυζοίσας δρακεὶς ὃς μὴ πόθῳ κυμαίνεται fr. 123. 4.
    6 in crasis, v. οὕνεκεν.
    7 fragg. ]

    νοιον ἃ σοὶ σε[ Πα.. 1 ]οῦν οἳ Ζην[ Pae. 6.154

    ]υἱὸν ἔτι τέξει· τὸν απ[ Pae. 10.21

    ἐγχώριαι, [ἀγ]λαὸς ἃς ἐν' ἑρκε[ (ἆς = ἕως Wil.)

    Πα. 12. 2. τόν ποτε[ Pae. 22.9

    ]τοὶ πρόιδ[ο]ν αἶσαν α[ (καί]τοι Schr.) fr. 140a. 49 (23) ]αδις, οὕς οἱ[ (οἱ encl. post vocalem P. ponere solet, nott. Snell) fr. 169, 51. ὃς Δολόπων ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον fr. 183. B demonstrative (ὁ, τοῦ, [τοῖο coni.], τῷ, τόν, τοί, οἱ, τῶν, τοῖς, τοῖσιν), τούς; ἁ, τᾶς coni., τᾷ, τάν, ταί, αἱ, ταῖς, τάς; τό, τοῦ, τό, τά, τῶν, τά: ὅς, I. 2.11, v. A. 1. a. supra.)
    a

    μέν... δέ. ἀλλὁ μὲν Πυθῶνάδ' ᾤχετ ἰὼν. ἁ δὲ τίκτε θεόφρονα κοῦρον O. 6.37

    —9. [ τὸ μὲν τὸ δὲ, v. infra 5a, O. 7.23]

    ἐδόκησαν τάμνειν τέλος, τοὶ μὲν γένει φίλῳ σὺν Ἀτρέος Ἑλέναν κομίζοντες, οἱ δ' ἀπὸ πάμπαν εἴργοντες O. 13.58

    —9. [ τὰ μὲν τὰ δὲ. v. infra 5b, P. 2.65]

    Ἀσκλαπιόν. τὸν μὲν εὐίππου Φλεγύα θυγάτηρ πρὶν τελέσαι, κατέβα. ἁ δ' ἄλλον αἴνησεν γάμον P. 3.8

    —12.

    τοὺς μὲν ὦν λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν τοὺς δὲ τομαῖς ἔστασεν ὀρθούς P. 3.47

    —53.

    τοὺς μὲν μαλακαῖς ἐπαοιδαῖς ἀμφέπων, τοὺς δὲ προσανέα πίνοντας P. 3.51

    —2.

    ἐν δ' αὖτε χρόνῳ τὸν μὲν ὀξείαισι θύγατρες ἐρήμωσαν πάθαις εὐφροσύνας μέρος αἱ τρεῖς τοῦ δὲ παῖς P. 3.97

    —100. [διδύμους υἱοὺς τὸν μὲν Ἐχίονα, κεχλάδοντας ἥβᾳ, τὸν δ' Ἔρυτον (v. C. 1. a infra) P. 4.179] [ τὸ μὲν τὸ δ. v. 5. a infra P. 11.63—4.]

    τὸ μὲν δώσει, τὸ δ' οὔπω P. 12.32

    δράκοντας. τοὶ μὲν ἐς θαλάμου μυχὸν εὐρὺν ἔβαν. ὁ δ' ὀρθὸν μὲν ἄντεινεν κάρα N. 1.41

    —3. φυᾷ δ' ἕκαστος διαφέρομεν βιο-

    τὰν λαχόντες, ὁ μὲν τά, τὰ δ' ἄλλοι N. 7.55

    μεταμειβόμενοι δ' ἐναλλὰξ ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας N. 10.55

    —6.

    ἀλλὰ βροτῶν τὸν μὲν κενεόφρονες αὖχαι ἐξ ἀγαθῶν ἔβαλον· τὸν δ' αὖ καταμεμφθέντ ἄγαν ἰσχὺν οἰκείων παρέσφαλεν καλῶν θυμός N. 11.29

    —30. ]ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ ], ὦ Μοῖσαι· τοῦ δὲ παντέχ[νοις] Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; ( τοῦ coni. Hunt: τον Π.) Πα... ἁ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὕμνει, ἁ δὲ Ὑμέναιον. ἁ δ' Ἰάλεμον Θρ. 3.. καὶ τοὶ μὲν ἵπποις γυμνασίοισι λτ;τεγτ;, τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. 7. 6.
    b with μέν only
    I in μέν... δέ construction.

    ἄνθεμα δὲ χρυσοῦ φλέγει, τὰ μὲν χερσόθεν ἀπ' ἀγλαῶν δενδρέων, ὕδωρ δ ἄλλα φέρβει O. 2.73

    τὰ μὲν ἁμετέρα γλῶσσα ποιμαίνειν ἐθέλει, ἐκ θεοῦ δ' ἀνὴρ σοφαῖς ἀνθεῖ πραπίδεσσιν ὁμοίως O. 11.8

    τῷ μὲν Ἀπόλλων ἅ τε Πυθὼ κῦδος ἐξ ἀμφικτιόνων ἔπορεν ἱπποδρομίας. ἀπὸ δ' αὐτὸν ἐγώ P. 4.66

    τὸν μὲν οὐ γίνωσκον· ὀπιζομένων δ' ἔμπας τις εἶπεν καὶ τόδε P. 4.86

    τοὶ μὲν ἀλλάλοισι ἀμειβόμενοι γάρυον τοιαῦτ. ἀνὰ δ P. 4.93

    [ τὸ μὲν ὅτι μάκαρ δὲ καὶ νῦν ὅτι v. 5. a. infra. P. 5.15]

    τὰ μὲν παρίκει· τῶν νῦν δὲ P. 6.44

    [ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός v. 5. a infra N. 6.3]

    τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις ἕτερον δ' ἑτέραις N. 8.3

    τοὶ μὲν ὦν Θήβαισι τιμάεντες ἀρχᾶθεν λέγονται ὅσσα δ ( τοί refers to Kleonymidai, v. 4) I. 4.7παῖδα τὸν μὲν ἄρρηκτον φυάν, θυμὸς δ' ἑπέσθω” anacoluthon I. 6.47

    τὰν μὲν πόλιος ᾤκισσεν ἁγεμόνα. σὲ δ I. 8.19

    ἀλλὰ τὰ μὲν παύσατε. βροτέων δὲ λεχέων τύχοισα υἱὸν εἰσιδέτω θανόντI. 8.35

    καὶ τὸ μὲν διδότω θεός. [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται Pae. 2.53

    b in μέν... τε construction. [ τὸ μὲν ὅτι ὅτι τε v. 5. a. infra P. 2.31] [dub. N. 11.46]

    ἕλκεα ῥῆξαν τὰ μὲν ἀμφ' Ἀχιλεῖ νεοκτόνῳ, ἄλλων τε μόχθων ἐν πολυφθόροις ἁμέραις N. 8.30

    τὸ μὲν ἔλευσεν· ἴδον τ' ἄποπτα[ (τό = Medusa's head, Lobel: fort. adv.) *d. 4. 39.
    g in μέν... ἀτάρ construction.

    οἱ μὲν κρίθεν· ἀτὰρ Ἰάσων P. 4.168

    c with δέ only
    I in μέν... δέ construction.

    παρὰ μὲν τιμίοις θεῶν οἵτινες ἔχαιρον εὐορκίαις ἄδακρυν νέμονται αἰῶνα, τοὶ δ' ἀπροσόρατον ὀκχέοντι πόνον O. 2.67

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν πόλλ' ἄνω, τὰ δ αὖ κάτω κυλίνδοντ ἐλπίδες O. 12.6

    πολλὰ δ' ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν, ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ ἀνιαραῖς ἀντικύρσαντες ζάλαις O. 12.11

    πολλοῖσι μὲν γὰρ. τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει P. 8.28

    θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας, ὁ δ' ἄρα γέροντα ξένον Στροφίον ἐξίκετο P. 11.34

    πολλὰ μὲν γὰρ ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.43

    ὃς μὲν ἀχρήμων, ἀφνεὸς τότε, τοὶ δ' αὖ πλουτέοντες fr. 124. 8. ἄλλαν μὲν σκέλος, ἄλλαν δὲ πᾶχ[υν], τὰν δὲ αὐχένα φέροισαν fr. 169. 31. ἀελλοπόδων μέν τιν' εὐφραίνοισιν ἵππων τιμαὶ καὶ στέφανοι, τοὺς δ ἐν πολυχρύσοις θαλάμοις βιοτά fr. 221. 3.
    II

    ὁ δέ... ὁ δέ. ἀφίκοντο δέ οἱ ξένοι ἔκ τ Ἄργεος ἔκ τε Θηβᾶν, οἱ δ Ἄρκαδες, οἱ δὲ καὶ Πισᾶται O. 9.67

    —8.
    III

    ἄλλος δέ... ὁ δέ. ἄλλαι δὲ δὔἐν Κορίνθου πύλαις ἐγένοντ ἔπειτα χάρμαι, ταὶ δὲ καὶ Νεμέας Ἐφαρμόστῳ κατὰ κόλπον O. 9.87

    IV where a μέν antithesis is suppressed.

    διασωπάσομαι οἱ μόρον ἐγώ· τὸν δ' ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ὁπόθ' Ἁρμονίαν γᾶμεν βοῶπιν, ὁ δὲ Νηρέος εὐβούλου Θέτιν παῖδα κλυτάν ( ὁ μὲν Κάδμος suppressed) P. 3.92

    Νεστόρειον γὰρ ἵππος ἅρμ' ἐπέδα. ὁ δ ἔφεπεν κραταιὸν ἔγχος P. 6.33

    νέᾳ δ' εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ ἄχνυμαι, φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα P. 7.18

    Ἀγρέα καὶ Νόμιον, τοῖς δ' Ἀρισταῖον καλεῖν P. 9.65

    πολλὰ γάρ μιν παντὶ θυμῷ παρφαμένα λιτάνευεν. τοῖο δ' ὀργὰν κνίζον αἰπεινοὶ λόγοι (Hermann: τοῦ δὲ codd.: τοῖο refers to μιν) N. 5.32

    αὐτίκα γὰρ ἦλθε Λήδας παῖς διώκων. τοὶ δ' ἐναντίον στάθεν N. 10.66

    ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου τρεῖς ἀπ' Ἰσθμοῦ, τὰς δ ἀπ εὐφύλλου Νεμέας I. 6.61

    ἐλάφῳ· τὰν δ' ἐπ αὐχένι στρέφοισαν κάρα *fr. 107a. 6*. irregularly coordinated with rel., νίκαις, αἷς ἐν ἀιόνεσσιν Ὀγχη[στοῦ κλυ]τᾶς ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαίταν στεφάνοις ἐκόσμηθεν Παρθ. 2. 47. esp. after a speech, cf. Führer, Formproblem, 41—4,

    ὣς ἄρα μάνυε· τοὶ δ' οὔτ ὦν ἀκοῦσαι O. 6.52

    τὸν δὲ θαρσήσαις ἀγανοῖσι λόγοις ὧδ' ἀμείφθη ( ὣς μὲν ἔφα suppressed) P. 4.101

    τὸν δὲ Κένταυρος ζαμενὴς εὐθὺς ἀμείβετο P. 9.38

    τὸ δ' ἐναντίον ἔσκεν N. 5.31

    ὣς φάτο· τοὶ δ' ἐπὶ γλεφάροις νεῦσαν ἀθανάτοισιν I. 8.45

    d followed by progressive μέν, emphasising esp. subject of preceding sentence.

    τῷ μὲν ειλτ;γτ;πε O. 1.73

    τὸν μὲν ἀγάλλων θεὸς ἔδωκεν O. 1.86

    τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πραύμητίν τ' Ἐλείθυιαν παρέστασ O. 6.41

    τὸν μὲν κνιζομένα λεῖπε χαμαί O. 6.44

    τῷ μὲν ὁ Χρυσοκόμας πλόον εἶπε O. 7.32

    τοῖσι μὲν ἐξεύχετ O. 13.60

    τῷ μὲν διδύμας χάριτας εἰ κατέβαν ἄγων P. 3.72

    ἓν παρ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι. τὰ μὲν ὦν οὐ δύνανται νήπιοι κόσμῳ φέρειν (but perhaps τά refers to the general distribution of good and ill) P. 3.82φῶτα. τὸν μὲν Φοῖβος ἀμνάσειP. 4.53

    ὣς φάτο· τὸν μὲν ἐσελθόντ' ἔγνον ὀφθαλμοὶ πατρός P. 4.120

    ἀλλὰ καὶ σκᾶπτον μόναρχον καὶ θρόνος, τὰ μὲν ἄνευ ξυνᾶς ἀνίας λῦσονP. 4.154 τῶν μὲν κλέος ἐσλὸν Εὐφάμου τ' ἐκράνθη σόν τε, ΠερικλύμενP. 4.174

    Κυράναν. ἁ μὲν οὔθ' ἱστῶν παλιμβάμους ἐφίλησεν ὁδούς P. 9.18

    ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ' ἔπραξεν, τὸ δὲ συγγενὲς ἐμβέβακεν ἴχνεσιν πατρὸς (Tricl.: τεοῖσί τε codd.: τε del. Calliergus sec. Σ: refers to αὐτόν v. 8: perhaps ὁ μέν τὸ δέ is the correct antithesis) P. 10.11 τῷ μὲν Ἀλεκτρᾶν ὕπερθεν δαῖτα

    πορσύνοντες αὔξομεν I. 4.61

    τὸν μὲν κελήσατο νεκταρέαις σπονδαῖσιν ἄρξαι καρτεραίχμαν Ἀμφιτρυωνιάδαν I. 6.37

    τοῦ μὲν ἀντίθεοι ἀρίστευον υἱέες I. 8.24

    τὸν μὲν οὐδὲ θανόντ' ἀοιδαὶ ἔλιπον I. 8.56

    τὸν μὲν οὐ κατελέγχει κριτοῦ γενεὰ πατραδελφεοῦ I. 8.65

    adv. τὰ μέν, v. P. 11.46, N. 3.43, 5. b infra.
    e followed by progressive δέ, emphasising some previous word(s) not normally subject of the preceding sentence.

    Εὐρυτρίαιναν· ὁ δ' αὐτῷ πὰρ ποδὶ σχεδὸν φάνη O. 1.73

    ἐπί οἱ νεφέλαν ἀγκύλῳ κρατὶ κατέχευας· ὁ δὲ κνώσσων ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ P. 1.8

    ( θεραπόντεσσιν.) “ τῶν δ' ἐλάθοντο φρένεςP. 4.41 ( συγγενέσιν.)

    οἱ δ' ἐπέσποντ P. 4.133

    τῶν δ' ἀκούσαις αὐτὸς ὑπαντίασεν (where τῶν refers to the subject of the preceding sentence) P. 4.135 τὰ δ' οὐκ ἐπ ἀνδράσι κεῖται (where τά refers to ἐσλά v. 73) P. 8.76

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ( ὥραισι καὶ Γαίᾳ.)

    ταὶ δ' νέκταρ ἐν χείλεσσιν καὶ ἀμβροσίαν στάξοισι P. 9.62

    ἢ ἑτέρῳ λέχει δαμαζομέναν ἔννυχοι πάραγον κοῖται; τὸ δὲ νέαις ἀλόχοις ἔχθιστον ἀμπλάκιον (τὸ = τοῦτο, summing up the previous sentence) P. 11.25 ( Τειρεσίαν.)

    ὁ δέ οἱ φράζε καὶ παντὶ στρατῷ N. 1.61

    ( Μοισᾶν.)

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν N. 5.25

    ( Νεοπτόλεμος.)

    ὁ δ' ἀποπλέων Σκύρου μὲν ἅμαρτε N. 7.36

    θρέψε δ' αἰχμὰν Ἀμφιτρύωνος. ὁ δ ὄλβῳ φέρτατος ἵκετ ἐς κείνου γενεάν ( is referred variously to Zeus and Amphitryon) N. 10.13 ἄνδωκε δ' αὐτῷ Τελαμών, ὀ δ ἀνατείναις οὐρανῷ χεῖρας ἀμάχους αὔδασε ( refers to αὐτῷ) I. 6.41 ( Θέμιν.) ἁ δὲ τίκτεν ἀλαθέας ὥρας (but perhaps δὲ balances μέν v. 1) fr. 30. 6. ὁ δὲ κηλεῖται Δ. 2. 21. ἁ δ' ἔργμασι[ Παρθ. 2.. ὁ δ ἄφ[αρ π]λεκτόν τε χαλκὸν ὑπερη[ (i. e. ?Herakles, who is the subject of the verb in v. 21) fr. 169. 26. τοὶ δ' αὐτ[ ?fr. 338. 9.
    f exx. with μέν... δέ, where the connection is obscured by lacuna. τοὶ δ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους (? μέν suppressed) *fr. 104b. 3* δελφῖνος, τὸν μὲν ἀκύμονος ἐν πόντου πελάγει αὐλῶν ἐκίνησ' ἐρατὸν μέλος (?rel.) fr. 140b. 16. οἱ μὲν κατωκάρα δεσμοῖσι δέδενται fr. 161.
    g combined with γάρ. ( παισὶ Λήδας.)

    τοῖς γὰρ ἐπέτραπεν Οὔλυμπόνδ' ἰὼν θαητὸν ἀγῶνα νέμειν O. 3.36

    ( Κόρινθον.)

    ἐν τᾷ γὰρ Εὐνομία ναίει O. 13.6

    ( Κάστορος.)

    τὸν γὰρ Ἴδας ἔτρωσεν N. 10.60

    αἰῶνος εἴδωλον (nom.). τὸ γάρ ἐστι ἐκ θεῶν fr. 131b. 2.
    h combined with καί. εὐναὶ δὲ παράτροποι ἐς κακότατ' ἀθρόαν ἔβαλον· ποτὶ καὶ τὸν ἵκοντ ( ποτὶ τὸν καὶ coni. Mommsen) P. 2.36 esp. with general reference to preceding, τὸ καὶ ἀνδρὶ κώμου δεσπότᾳ πάρεστι Συρακοσίῳ (i. e. τὸ ἐπὶ Ἀμφιαράου ῥηθέν Σ.) O. 6.17

    ἰατὰ δ' ἐστὶ βροτοῖς σύν γ ἐλευθερίᾳ καὶ τά I. 8.15

    ἔδοξ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις, ἐσλόν γε φῶτα καὶ φθίμενον ὕμνοις θεᾶν διδόμεν. τὸ καὶ νῦν φέρει λόγον I. 8.61

    cf. O. 6.56
    i combined with

    καί... γάρ. καὶ τοὶ γὰρ αἰθοίσας ἔχοντες σπέρμ' ἀνέβαν φλογὸς οὔ O. 7.48

    j followed by

    γε. περὶ δὲ πάξαις Ἄλτιν μὲν ὅγ' ἐν καθαρῷ διέκρινε O. 10.45

    τὸν δὲ τετράκναμον ἔπραξε δεσμὸν ἑὸν ὄλεθρον ὅγ P. 2.41

    [ τό γ' ἐπαρκέσαι (codd.: ὅ, τέ, σέ coni. edd.) N. 6.60]
    2 without particle.

    Πηλεύς τε καὶ Κάδμος ἐν τοῖσιν ἀλέγονται O. 2.78

    τὰν μεθέπων ἴδε καὶ κείναν χθόνα O. 3.31

    ἐθελήσω τοῖσιν ἐξ ἀρχᾶς ἀπὸ Τλαπολέμου ξυνὸν ἀγγέλλων διορθῶσαι λόγον O. 7.20

    ἀέθλοις. τῶν ἄνθεσι Διαγόρας ἐστεφανώσατο δίς O. 7.80

    τοὺς ἀγαγὼν ζεύγλᾳ πέλασσεν μοῦνος P. 4.227

    Διὸς ἀγῶνι. τόν, ὦ πολῖται, κωμάξατε Τιμοδήμῳ σὺν εὐκλέι νόστῳ N. 2.24

    τὸν ἐθάμβεον Ἄρτεμίς τε καὶ θρασεἶ Ἀθάνα ( τόν = Jason, subj. of preceding sentence) N. 3.50 ( ῥῆμα.) τό μοι θέμεν

    ὕμνου προκώμιον εἴη N. 4.9

    ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετὰς ὁ θνατὸς αἰών, φρονεῖν δ' ἐνέπει τὸ παρκείμενον. τῶν οὐκ ἄπεσσι ( τῶν is referred by Σ, edd. to ἀρετάς, but should be considered as neuter) N. 3.76 Τηλεβόας ἔναρεν· τῷ ὄψιν ἐειδόμενος ἀθανάτων βασιλεὺς αὐλὰν ἐσῆλθεν (Mingarelli: ἔναιρεν· τί οἱ codd.: τῷ = Amphitryon) N. 10.15

    οὐ γὰρ ἦν πενταέθλιον, ἀλλ' ἐφ ἑκάστῳ ἔργματι κεῖτο τέλος. τῶν ἀθρόοις ἀνδησάμενοι θαμάκις ἔρνεσιν χαίταις ῥεέθροισί τε Δίρκας ἔφανεν I. 1.28

    λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον ; τοῖσιν Αἴγιναν προφέρει στόμα πάτραν I. 5.43

    ( νιν).

    τὸν αἰνεῖν ἀγαθῷ παρέχει I. 8.69

    ( τοκεῦσιν.)

    τοὶ σὺν πολέμῳ κτησάμενοι χθόνα πολύδωρον ὄλβον ἐγκατέθηκαν Pae. 2.59

    πεφόρητο δ' ἐπ Αἰγαῖον θαμά (sc. Ἀστερία· τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο. (ἇς = ἕως coni. G-H.) Πα. 7B. 50. ( Ἀφροδίτας.) ἀλλ' ἐγὼ τᾶς ἕκατι τάκομαι (Wil.: τᾶσδ Hermann: δεκατιτας codd.) fr. 123. 10. τοῖσι λάμπει μὲν μένος ἀελίου Θρ. 7. 1. with crasis, τοὔνεκα προῆκαν υἱὸν ἀθάνατοί οἱ πάλιν therefore O. 1.65
    3 prospective, referring to a following rel. cl.

    μῶμος ἐξ ἄλλων κρέμαται φθονεόντων τοῖς, οἷς ποτε O. 6.75

    ὁ δ' ὄλβιος, ὃν φᾶμαι κατέχωντ ἀγαθαί O. 7.10

    τοὺς μὲν ὦν, ὅσσοι μόλον, λύσαις ἄλλον ἀλλοίων ἀχέων ἔξαγεν P. 3.47

    cf. P. 7.18 λόγον φέρεις, τὸν ὅνπερ ποτ' Ὀικλέος παῖς ἐν ἑπταπύλοις ἰδὼν υἱοὺς Θήβαις αἰνίξατο (cf. C. 6. infra) P. 8.39
    4 τὰ καὶ τά, simm. ὁ μὰν πλοῦτος ἀρεταῖς δεδαιδαλμένος φέρει τῶν τε καὶ τῶν καιρὸν (τά τε ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ.) O. 2.53 ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος ἔμπαν τὰ καὶ τὰ νέμων ( τουτέστι τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ κακά Σ, but perhaps varied blessings is meant) P. 5.55 φαντί γε μὰν οὕτω κ' ἀνδρὶ παρμονίμαν θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ φέρεσθαι (ἀντὶ τοῦ ἀγαθὰ καὶ κακά Σ.) P. 7.22 σέο δ' ἀμφὶ τρόπῳ τῶν τε καὶ τῶν χρήσιες ( καὶ λόγων καὶ ἔργων Σ.) N. 1.30 ἔστιν δ' ἀφάνεια τύχας καὶ μαρναμένων, πρὶν τέλος ἄκρον ἱκέσθαι. τῶν τε γὰρ καὶ τῶν διδοῖ (ἄλλα γὰρ ἄλλοις ἡ τύχη δίδωσι Σ.) I. 4.33 Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει (καὶ τὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ φαῦλα Σ.) I. 5.52

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σόν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    5 adverbial usages.
    a τό. ἴων ἀκτῖσι βεβρεγμένος ἁβρὸν σῶμα· τὸ καὶ κατεφάμιξε καλεῖσθαί νιν χρόνῳ σύμπαντι μάτηρ τοῦτ' ὄνυμ ἀθάνατον wherefore O. 6.56 τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται. τὸ δ' Ἀμυντορίδαι ματρόθεν Ἀστυδαμείας on the one side... on the other O. 7.23

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι φερέπονοι τελέθοντι· τὸ μὲν ἥρως ὅτι, ὅτι τε P. 2.31

    τὸ μὲν, ὅτι βασιλεὺς ἐσσί. μάκαρ δὲ καὶ νῦν, ὅτι in the first place P. 5.15 τό σφ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθρον ἀμφ ἀνδριάντι σχεδόν ( wherefore: others interpret τό as rel.) P. 5.39 υἱοὶ θεῶν, τὸ μὲν παρ' ἆμαρ ἕδραισι Θεράπνας, τὸ δ οἰκέοντας ἔνδον Ὀλύμπου at one time... at another P. 11.63—4.

    ὡς τὸ μὲν οὐδέν, ὁ δὲ χάλκεος ἀσφαλὲς αἰὲν ἕδος μένει οὐρανός N. 6.3

    [ τὸ μὲν. v. B. 1. b. β, Δ.. 3.] τὸ δὲ κοι[ Θρ. 3. 4.
    b τά. τὰ δὲ Παρρασίῳ στρατῷ θαυμαστὸς ἐὼν φάνη then again O. 9.95 τὰ δὲ καί ποτ' ἐν ἀλκᾷ πρὸ Δαρδάνου τειχέων ἐδόκησαν then again O. 13.55 ὅθεν φαμὶ καὶ σὲ τὰν ἀπείρονα δόξαν εὑρεῖν τὰ μὲν ἐν ἱπποσόαισιν ἄνδρεσσι μαρνάμενον, τὰ δ' ἐν πεζομάχαισι sometimes... sometimes P. 2.65 τὰ δὲ καὶ ἀνδράσιν ἐμπρέπει then again P. 8.28 τὰ μὲν ἐν ἅρμασι καλλίνικοι πάλαι on the one hand i. e. as opp. to their exploits in athletics P. 11.46 Ἀχιλεὺς τὰ μὲν μένων Φιλύρας ἐν δόμοις at first N. 3.43 ἐν βάσσαισιν Ἰσθμοῦ δεξαμένῳ στεφάνους, τὰ δὲ κοίλᾳ λέοντος ἐν βαθυστέρνου νάπᾳ κάρυξε Θήβαν ἱπποδρομίᾳ κρατέων ( and further, μὲν being suppressed) I. 2.11
    c τῶ, v. τῶ.
    6 fragg.

    τοὶ τα[ Pae. 6.70

    ὁ δ' ἀντίον ἀνὰ κάρα τ ἄειρ[ε Pae. 20.10

    ὁ δ ἐπραυν[ε fr. 215b. 4. οἱ δ' ἄφνει πεποίθασιν ( ὁ δ' πέποιθεν v. l.) fr. 219. C articular. (ὁ, τοῦ, τόν, οἱ, τῶν; ἁ, τᾶς, τᾷ, τάν, αἱ, ταί, τᾶν, ταῖς, τάς; τό nom., acc.; τά, τῶν, τά: in crasis O. 1.45, O. 13.38, N. 7.104; O. 10.70, I. 2.10)
    1 c. subs. prop.
    a

    τᾶν Ὀλυμπιάδων O. 1.94

    ἅ τε Πίσα O. 3.9

    τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6

    ὁ Χρυσοκόμας O. 6.41

    , O. 7.32

    ὅ τ' ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτήτυμον Χρόνος O. 10.53

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον O. 13.4

    τὰν πατρὸς ἀντία Μήδειαν θεμέναν γάμον αὐτᾷ O. 13.53

    τᾶς ὀφιώδεος υἱόν ποτε Γοργόνος O. 13.64

    ὁ καρτερὸς Βελλεροφόντας O. 13.84

    ἅ τ' Ἐλευσίς, ἅ τ Εὔβοια O. 13.110

    ἁ Μινύεια O. 14.19

    τᾶν λιπαρᾶν ἀπὸ Θηβᾶν P. 2.3

    ὅ τ' ἐναγώνιος Ἑρμᾶς P. 2.10

    ὁ χρυσοχαῖτα Ἀπόλλων P. 2.16

    τὸ Καστόρειον P. 2.69

    ὁ δὲ Ῥαδάμανθυς P. 2.73

    ἅ τε Πυθώ P. 4.66

    τὸν μὲν Ἐχίονα τὸν δ' Ἔρυτον (contra Des Places, 44) P. 4.179

    τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276

    αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι P. 7.1

    ὁ χαιτάεις Λατοίδας P. 9.5

    τὸ Πελινναῖον ἀπύει P. 10.4

    τὸν Ἱπποκλέαν P. 10.57

    τὸν Ἰφικλείδαν Ἰόλαον P. 11.59

    ταῖς μεγάλαις Ἀθάναις N. 2.8

    ἁ Σαλαμίς γε N. 2.13

    τὸν μέγαν πολεμιστὰν Ἀλκυονῆ N. 4.27

    ἁ Νεμέα μὲν ἄραρεν N. 5.44

    διὰ τὸν ἁδυεπῆ γενέσθ' Ὅμηρον N. 7.21

    ὁ καρτερὸς Αἴας N. 7.26

    τὰν νεοκτίσταν ἐς Αἴτναν N. 9.2

    ἐκ τᾶς ἱερᾶς Σικυῶνος N. 9.53

    ὁ Τυνδαρίδας N. 10.73

    τὸν ἀκερσεκόμαν Φοῖβον I. 1.7

    ἁ Μοῖσα γὰρ I. 2.6

    ταῖς λιπαραῖς ἐν Ἀθάναις I. 2.20

    τὰν πυροφόρον Λιβύαν I. 4.54

    τὰν κυανάμπυκα Θήβαν fr. 29. 3. ἁ Κοιογενὴς fr. 33d. 3.

    ὁ παντελὴς Ἐνιαυτὸς Pae. 1.5

    ἀλλ' ὅ γε Μέλαμπος Pae. 6.28

    ἐς τὸν βαθὺν Τάρταρον Pae. 4.44

    ὁ πόντιος Ὀρσιτρίαινα Pae. 9.47

    ἐν ταῖς ἱεραῖς Ἀθάναις fr. 75. 4. ὦ ταὶ λιπαραὶ καὶ ἰοστέφανοι καὶ ἀοίδιμοι, Ἑλλάδος ἔρεισμα, κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 1. τὰν λιπαρὰν μὲν Αἴγυπτον ἀγχίκρημνον fr. 82. ὁ [Λοξ]ίας Παρθ. 2. 3. ὁ Μοισαγέτας με καλεῖ χορεῦσαι Ἀπόλλων fr. 94c. 1. ἀπὸ τᾶς ἀγλαοκάρπου Σικελίας ( τᾶς del. Schr.) fr. 106. 6. τῶ[ν..Λο]κρῶν τις (supp. Wil.) fr. 140b. 4.
    b c. subs., in apposition to subs. prop.

    Χρόνος, ὁ πάντων πατήρ O. 2.17

    Μήδειαν τὰν Πελίαο φονόν P. 4.250

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    Νηρεὺς δ' ὁ γέρων Pae. 15.4

    Νόμος ὁ πάντων βασιλεύς fr. 169. 1.
    c c. gen., sc.

    υἱός. τὸν Αἰνησιδάμου O. 2.46

    Σᾶμος ὁ Ἁλιροθίου (Boeckh: om. codd.) O. 10.70

    βία Φώκου κρέοντος, ὁ τᾶς θεοῦ N. 5.13

    d c. gen., in apposition.

    πόσις ὁ πάντων Ῥέας ὑπέρτατον ἐχοίσας θρόνον O. 2.77

    παῖς ὁ Λατοῦς O. 8.31

    παῖς ὁ Λικυμνίου Οἰωνός O. 10.65

    παῖς ὁ Θεαρίωνος Σωγένης N. 7.7

    2 c. subs.
    a

    ὁ δὲ χρυσὸς O. 1.1

    τὸ δὲ κλέος O. 1.93

    ὁ μὰν πλοῦτος O. 2.53

    τῶν δὲ μόχθων O. 8.7

    ὁ δὲ λόγος P. 1.35

    τὸν εὐεργέταν P. 2.24

    ἁ δ' ἀρετὰ P. 3.114

    ὁ γὰρ καιρὸς P. 4.286

    ὁ πλοῦτος P. 5.1

    τὸν εὐεργέταν P. 5.44

    ὁ χρυσὸς N. 4.82

    τᾶς θεοῦ N. 5.13

    εἰ γὰρ ἦν ἓ τὰν ἀλάθειαν ἰδέμεν (Boeckh: ἑὰν, ἐὰν codd., Σ.) N. 7.25

    ὁ μάρτυς N. 7.49

    ἁ κέλευθος I. 2.33

    ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς I. 4.19

    τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67

    τὰν παῖδα δε[ Πα. 22.i. 2. ἕρπε τὸ σὰν κίβδηλον Δ. 2. 2. τὸ δ' ὄργανον (acc.) *fr. 107b. 2* Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1. ἁ μὲν πόλις Αἰακιδᾶν fr. 242.
    b with intervening adj.

    ὁ πολύφατος ὕμνος O. 1.8

    ὁ μέγας δὲ κίνδυνος O. 1.81

    τὸν ἀλαθῆ λόγον O. 1.28

    τὸν εὐνομώτατον ἐς ἔρανον O. 1.37

    τὸ δ' αἰεὶ παράμερον ἐσλὸν O. 1.99

    τὸν ὅλον ἀμφὶ χρόνον O. 2.30

    τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.36

    τὰν σὰν πόλιν O. 5.4

    τὰν νέοικον ἕδραν O. 5.8

    τὰν ποντίαν ὑμνέων παῖδ' Ἀφροδίτας O. 7.13

    ὁ δ' ἐπαντέλλων χρόνος O. 8.28

    ὁ μέλλων χρόνος O. 10.7

    τὸν ἐγκώμιον ἀμφὶ τρόπον O. 10.77

    τὸ συγγενὲς ἦθος O. 13.13

    τὰ πολλὰ βέλεα O. 13.95

    τὸν αἰχματὰν

    κεραυνὸν P. 1.5

    ὁ πᾶς χρόνος P. 1.46

    τὸν προσέρποντα χρόνον P. 1.56

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τὰν εὔυδρον ἀκτὰν P. 1.79

    αἱ δύο δ' ἀμπλακίαι P. 2.30

    τὸν δὲ τετράκναμον δεσμὸν P. 2.40

    τὰν πολύκοινον ἀγγελίαν P. 2.41

    τὰν ἀπείρονα δόξαν P. 2.64

    ὁ λάβρος στρατός P. 2.87

    τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν P. 3.62

    ὁ μέγας πότμος P. 3.86

    τὸ πάγχρυσον νάκος acc. P. 4.68

    τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν πόθον P. 4.184

    τὰν ἀκίνδυνον αἰῶνα P. 4.186

    τὸ κλεεννότατον μέγαρον (nom.) P. 4.280

    τὰν θεόσδοτον δύναμιν P. 5.13

    αὐτοῦ μένων δ' ὁ θεῖος ἀνὴρ P. 6.38

    τὰ καλὰ ἔργα P. 7.19

    ὁ Παρνάσσιος μυχὸς P. 10.8

    ὁ χάλκεος οὐρανὸς P. 10.27

    τό τ' ἀναγκαῖον λέχος acc. P. 12.15 [ τὸν ἐχθρότατον μόρον codd. N. 1.65]

    τὸν ἅπαντα χρόνον N. 1.69

    ὁ θνατὸς αἰών ( om. codd.: supp. Tricl.) N. 3.75

    αἱ δὲ σοφαὶ Μοισᾶν θύγατρες N. 4.2

    τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων N. 4.83

    Μοισᾶν ὁ κάλλιστος χορός N. 5.23

    τὰ καλά σφιν ἔργ' ἐκόμισαν N. 6.30

    ταὶ μεγάλαι γὰρ ἀλκαὶ N. 7.12

    τὰ τέρπν' ἄνθἐ Ἀφροδίσια acc. N. 7.53

    τῶν ἀρειόνων ἐρώτων N. 8.5

    τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων N. 9.4

    τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    Ἥρας τὸν εὐάνορα λαὸν N. 10.36

    τὸ θαητὸν δέμας acc. N. 11.12

    τὸν μόρσιμον αἰῶνα I. 7.41

    τὸ πάντολμον σθένος acc. fr. 29. 4.

    τὸν εὐρυφαρέτραν ἑκαβόλον Pae. 6.111

    τὰν θεμίξενον ἀρετάν Pae. 6.131

    ὁ παγκρατὴς κεραυνὸς Δ. 2. 1. τᾶν τ' ἐαριδρόπων ἀοιδᾶν fr. 75. 6. ἐπὶ τὸν κισσοδαῆ θεόν ( τὸν om. unus cod., fort. recte) fr. 75. 9. τὸν ἱρόθυτον θάνατον (verba secl. Sternbach) fr. 78. 3. τὸ σὸν αὐτοῦ μέλι γλάζεις (Wil.: τὸ σαυτου, τὸ σαυτα μέλος codd.) fr. 97. τὸ φαιδρὸν φάος acc. fr. 109. 2. τᾶς χλωρᾶς λιβάνου (Tittmann: τὰν, τὰς codd.) fr. 122. 3. τὸν λοιπὸν χρόνον fr. 133. 5. ταῖς ἱεραῖσι μελίσσαις fr. 158. τὸν ἀχρεῖον λόγον fr. 180. 1. ὁ κρατιστεύων λόγος fr. 180. 3.
    c with intervening phrase, e. g. gen.

    μετὰ τὸ ταχύποτμον ἀνέρων ἔθνος O. 1.66

    μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων O. 3.15

    παρὰ τὸν ἁλικίας ἐοικότα χρόνονO. 4.27

    αἱ δὲ φρενῶν ταραχαὶ O. 7.30

    ὀξειᾶν ὁ γενέθλιος ἀκτίνων πατὴρ O. 7.70

    ὅ τ' ἐν Ἄργει χαλκὸς ἔγνω μιν O. 7.83

    [ τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχαν (codd.: μάχας Schr.) O. 8.58]

    τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος O. 9.1

    τὸν Ὀλυμπιονίκαν Ἀρχεστράτου παῖδα O. 10.1

    ὁ δ' ἄῤ ἐν Πίσᾳ ἔλσαις ὅλον τε στρατὸν λᾴαν τε πᾶσαν Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.43

    τὸ δὲ κύκλῳ πέδον O. 10.46

    τὰν πολέμοιο δόσιν O. 10.56

    τὰν παρ' ὅρκον καὶ παρὰ ἐλπίδα κτίσιν O. 13.83

    ταί θ' ὑπ Αἴτνας ὑψιλόφου καλλίπλουτοι πόλιες O. 13.111

    ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι P. 1.18

    τὰν Φιλοκτήταο δίκαν P. 1.50

    ὁ Φοίνιξ ὁ Τυρσανῶν τ' ἀλαλατὸς P. 1.72

    τᾶν πρὸ Κιθαιρῶνος μαχᾶν (Wil.: τὰν μάχαν codd.) P. 1.77

    τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον Φάλαριν P. 1.95

    τὸν δ' ἀμφέποντ αἰεὶ δαίμον P. 3.108

    τὸ Μηδείας ἔπος P. 4.9

    τᾶν ἐν δυνατῷ φιλοτάτωνP. 4.92

    τὰν Οἰδιπόδα σοφίαν P. 4.263

    οὐ τὰν Ἐπιμηθέος ἄγων ὀψινόου θυγατέρα Πρόφασιν P. 5.27

    τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν P. 5.106

    ἁ δικαιόπολις ἀρεταῖς κλειναῖσιν Αἰακιδᾶν θιγοῖσα νᾶσος P. 8.22

    τὸν δὲ σύγκοιτον γλυκὺν παῦρον ἐπὶ γλεφάροις ὕπνον ἀναλίσκοισα P. 9.23

    τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ N. 4.59

    ὁ δὲ λοιπὸς εὔφρων ποτὶ χρόνος ἕρποι N. 7.67

    τὸ δ' ἐμὸν οὔ ποτε φάσει κέαρ N. 7.102

    οἵ τ' ἀνὰ Σπάρταν Πελοπηιάδαι N. 8.12

    ταῖς Ἐπάφου παλάμαις N. 10.5

    καὶ τὸν Ἰσθμοῖ καὶ Νεμέᾳ στέφανον N. 10.25

    τὸ δὲ Πεισάνδρου πάλαι αἷμ acc. N. 9.33 τὸ τεόν, χρύσασπι Θήβα, πρᾶγμα acc. I. 1.1

    τὰν ἁλιερκέα Ἰσθμοῦ δειράδ I. 1.9

    τεύχων τὸ μὲν ἅρματι τεθρίππῳ γέρας. τὰν Ἀσωποδώρου πατρὸς αἶσαν I. 1.34

    τὸν Μινύα τε μυχόν I. 1.56

    τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα acc. I. 1.57

    Πρωτεσίλα, τὸ τεὸν δ' ἀνδρῶν Ἀχαιῶν ἐν Φυλάκᾳ τέμενος συμβάλλομαι I. 1.58

    οἱ μὲν πάλαι, ὦ Θρασύβουλε, φῶτες I. 2.1

    νῦν δ' ἐφίητι λτ;τὸγτ; τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ (supp. Heyne: om. codd.) I. 2.9

    τὸ δ' ἐμὸν οὐκ ἄτερ Αἰακιδᾶν κέαρ ὕμνων γεύεται I. 5.19

    ὁ Κλεονίκου παῖς I. 6.16

    καὶ τὸν βουβόταν οὔρει ἴσον Φλέγραισιν εὑρὼν Ἀλκυονῆ I. 6.32

    τὸν Ἀργείων τρόπον I. 6.58

    τὰν Ψαλυχιδᾶν τε πάτραν I. 6.63

    τόν δὲ Θεμιστίου ὀρθώσαντες οἶκον I. 6.65

    τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων I. 7.1

    ὅ τοι πτερόεις ἔρριψε Πάγασος I. 7.44

    τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον I. 8.9

    τὰν Ἀγαμήδει Τρεφωνίῳ θ' ἑκαταβόλου συμβουλίαν λαβών fr. 2. 2. τὰν Διωνύσου πολυγαθέα τιμὰν fr. 29. 5. ἄνακτα τὸν πάντων ὑπερβάλλοντα Χρόνον μακάρων fr. 33. τὸ μηδὲν ἄγαν ἔπος acc. fr. 35b. τὸν τρικάρανον Πτωίου κευθμῶνα κατέσχεθε fr. 51b.

    τὰν δὲ λαῶν γενεὰν Pae. 1.9

    [ὁ δ] ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος Pae. 2.54

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἄστυ nom. Πα.. 32. τὰ θεῶν βουλεύματ acc. fr. 61. 3. τὰς δὲ Θεοξένου ἀκτῖνας fr. 123. 2. τὰν ἐνθάδε νύκτα Θρ.. 2. τὸν ἄπειρον ἐρεύγονται σκότον fr. 130 ad Θρ.. τὸν ὕπερθεν ἅλιον fr. 133. 2. τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον fr. 172. 6. ταὶ δὲ Χίρωνος ἐντολαί (Hermann: αἱ codd.) fr. 177c. ὁ γὰρ ἐξ οἴκου ποτὶ μῶμον ἔπαινος κίρναται *fr. 181* ἁ Μειδύλου δ' αὐτῷ γενεά fr. 190.
    d where a sentence or major part thereof intervenes between article and noun, so that the usage is almost demonstrative.

    τῶν γὰρ πεπραγμένων ἔργων τέλος O. 2.15

    ἅ μ' ἐθέλοντα προσέρπει ματρομάτωρ ἐμὰ (but v. A. 1. a supra) O. 6.83

    τὸ γὰρ ἐμφυὲς ἦθος O. 11.19

    αἵ γε μὲν ἀνδρῶν ἐλπίδες O. 12.5

    ταὶ Διωνύσου χάριτες O. 13.18

    ὁ δ' ἦρα χρόνῳ ἵκετ ἀνὴρ ἔκπαγλος P. 4.78

    [ τάν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον (Boeckh: ἂν codd.: ἔν Chaeris) P. 4.258]

    ὁ Βάττου δ' ἕπεται παλαιὸς ὄλβος P. 5.55

    τὸ δ' ἐμὸν γαρύει ἀπὸ Σπάρτας ἐπήρατον κλέος (v. γαρύω) P. 5.72

    τὸ δ' ἐν ποσί μοι τράχον ἴτω τεὸν χρέος P. 8.32

    φυᾷ τὸ γενναῖον ἐπιπρέπει ἐκ πατέρων παισὶ λῆμαP. 8.44 ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳἌδραστος ἥρωςP. 8.48

    ὁ δὲ τὰν εὐώλενον θρέψατο παῖδα Κυράναν P. 9.17

    ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος P. 12.13

    ὄφρα τὸν Εὐρυάλας γόον P. 12.20

    τὰν πολυξέναν νᾶσον Αἴγιναν N. 3.2

    ὁ δ' εὖ φράσθη Ζεὺς N. 5.34

    ὁ δὲ χάλκεος οὐρανός N. 6.3

    ὁ δ' Ζεὺς N. 9.24

    ἐν ᾇ καὶ τὸν ἀδείμαντον Ἀλκμήνα τέκεν παῖδα I. 1.12

    [cf.

    τὸν μὲν κτἑ I. 6.37

    ]

    ὁ δ' ἀθανάτων μὴ θρασσέτω φθόνος I. 7.39

    τὸ δὲ πρὸ ποδὸς ἄρειον ἀεὶ βλέπειν χρῆμα πάν I. 8.12

    ἁ δὲ τὰς τίκτεν ἀλαθέας ὥρας fr. 30. 6.

    ὁ πάντα τοι τά τε καὶ τὰ τεύχων σὸν ἐγγυάλιξεν ὄλβον εὐρύοπα Κρόνου παῖς Pae. 6.132

    τὸν ἀοιδότατον τρέφον κάλαμον fr. 70. 1. ὁ δὲ Καινεὺς Θρ. 6. 7. repeated, ὁ ζαμενὴς δ' ὁ χοροιτύπος ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε, Ναίδος ἀκοίτας Σιληνός fr. 156. cf.

    πρὶν γενέσθαι τὰν Ἀδράστου τάν τε Καδμείων ἔριν N. 8.51

    e in apposition, with phrase following.

    στέφανων ἄωτον γλυκὺν τῶν Οὐλυμπίᾳ O. 5.2

    ἐρέω ταύταν χάριν, τὰν δ' ἔπειτ ἀνδρῶν μάχας ἐκ παγκρατίου (Schr.: μάχαν codd.) O. 8.58

    ὕβριν ἰδὼν τὰν πρὸ Κύμας P. 1.72

    τῶν δ' Ὁμήρου καὶ τόδε συνθέμενος ῥῆμα πόρσυν P. 4.277

    φροντίδα τὰν πὰρ ποδός P. 10.62

    βοτάνα τέ νίν ποθ' ἁ λέοντος νικάσαντ ἤρεφε N. 6.42

    παίδων τε παῖδες ἔχοιεν αἰεὶ γέρας τό περ νῦν καὶ ἄρειον ὄπιθεν (fort. rel.?) N. 7.101

    κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ N. 9.15

    ἱπποτρόφον ἄστυ τὸ Προίτοιο θάλησενN. 10.41
    3 c. adj., part.
    a adj.

    ἅπαντα τὰ μείλιχα O. 1.30

    τὸ δ' ἔσχατον O. 1.113

    τὰ δ' ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ ἀλιτρὰ O. 2.58

    ἐς δὲ τὸ πὰν ἑρμανέων χατίζει O. 2.85

    οἱ δύο O. 8.38

    τὰ τέρπν O. 9.28

    τὰ τοιαῦτ O. 9.40

    τὸ δὲ σαφανὲς O. 10.55

    τά τε τερπνὰ καὶ τὰ γλυκέα O. 14.5

    οἱ σοφοὶ P. 2.88

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 2.96

    τὰ καλὰ τρέψαντες ἔξω P. 3.83

    τὸν μονοκρήπιδα P. 4.75

    τοῖς ἀγαθοῖς P. 4.285

    ὁ δ' ἀρχαγέτας ἔδωκ Ἀπόλλων P. 5.60

    [ τὸ δ' ἐμὸν (v. γαρύω) P. 5.72] τὸ λοιπὸν (adv.) P. 5.118 τὸ μαλθακὸν acc. P. 8.6

    τὸ μὲν μέγιστον τόθι χαρμάτων ὤπασας P. 8.64

    τὸ τερπνὸν nom. P. 8.93

    τὸν ἐχθρὸν P. 9.95

    τὸ δὲ συγγενὲς nom. P. 10.12

    τῶν δ' ἐν Ἑλλάδι τερπνῶν P. 10.19

    τὰ μέγιστ acc. P. 10.24 Μοῖσα, τὸ δὲ τεόν nom. P. 11.41

    τὰ μέσα P. 11.52

    τὸ δὲ μόρσιμον οὐ παρφυκτὸν P. 12.30

    τὸ γὰρ οἰκεῖον πιέζει N. 1.53

    τὸ καλλίνικον N. 3.18

    τὰ μακρὰ N. 4.33

    τὸ μόρσιμον N. 4.61

    , N. 7.44

    τὸ συγγενὲς N. 6.8

    τὸ τερπνὸν N. 7.74

    τὸ μὲν λαμπρὸν τῶν δ' ἀφάντων N. 8.34

    τὸ τὠργείου φυλάξαι ῥῆμ I. 2.9

    τὸν ἐσλόν I. 2.7

    τῶν ἀπειράτων I. 4.30

    τὸν ἐχθρόν I. 4.48

    τὸν φέρτατον θεῶν I. 7.5

    τὰ μακρὰ I. 7.43

    τὸ δὲ πὰρ δίκαν γλυκὺ I. 7.47

    τὸ μὲν ἐμόν I. 8.38

    ὁ κράτιστος Πα. 7B. 50.

    τὸ πάντων ἔργων ἱερώτ[ατον] Pae. 8.74

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον fr. 81 ad Δ. 2. τὸ κοινόν fr. 109. τὸ πάν fr. 140d. τὸ βιαιότατον fr. 169. 3.
    b in apposition.

    παῖς ὁ κισσοφόρος O. 2.27

    ἄλσος ἁγνὸν τὸ τεὸν O. 5.12

    θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας O. 7.34

    καλλίνικος ὁ τριπλόος κεχλαδὼς O. 9.2

    πλοῦτος ὁ λαχὼν ποιμένα O. 10.88

    Χίρωνα τὸν ἀποιχόμενον P. 3.3

    θύγατρες αἱ τρεῖς P. 3.97

    Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167 καί τινα σὺν πλαγίῳ ἀνδρῶν κόρῳ στείχοντα τὸν ἐχθρότατον φᾶσέ νιν δώσειν μόρῳ (Boeckh: μόρον codd.: τῷ ἐχθροτάτῳ μόρῳ Beck: alii alia) N. 1.65

    ὁ Τελαμωνιάδας N. 4.47

    λόγον Αἰακοῦ παίδων τὸν ἅπαντα N. 4.72

    [ προπάτωρ ὁ σὸς (codd.: del. Boeckh) N. 4.89] ὅμιλος ἀνδρῶν ὁ πλεῖστος N.7.24.

    ὡς παισὶ κλέος μὴ τὸ δύσφαμον προσάψω N. 8.37

    ζωᾶς ἄωτον τὸν ἄλπνιστον I. 5.12

    κόμπον τὸν ἐοικότ I. 5.24

    Ζεὺς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    λόγον τὸν ἐθέλοντα γενέσθαι Pae. 2.79

    Ἀπόλλων ὁ χρυσοκόμας Pae. 5.41

    Τέρπανδρός ποθ' ὁ Λέσβιος fr. 125. 1. θεὸς ὁ πάντα τεύχων βροτοῖς fr. 141. ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος ἁρμόζοισα θαητοῖσι γυίοις, ἀμφὶ δὲ (where the τε δέ connection is irregular) P. 4.80
    c c. part.

    ὁ νικῶν O. 1.97

    τὸ μέλλον O. 2.56

    σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ O. 2.86

    ὁ δὲ πάλᾳ κυδαίνων Ἔχεμος Τεγέαν O. 10.66

    τῶν δὲ μελλόντων O. 12.9

    τά τ' ἐσσόμενα O. 13.103

    τῶν ἀπεόντων P. 3.20

    τὰ ἐοικότα P. 3.59

    ὁ δὲ καλόν τι νέον λαχών P. 8.88

    τό γ' ἐν ξυνῷ πεποναμένον εὖ P. 9.93

    ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων P. 11.30

    τὸ παρκείμενον N. 3.75

    λόγον ὁ μὴ συνιείς N. 4.31

    τὸ δὲ πὰρ ποδὶ ναὸς ἑλισσόμενον αἰεὶ κυμάτων N. 6.55

    ὁ πονήσαις δὲ νόῳ I. 1.40

    τὸ σεσωπαμένον I. 1.63

    τῶν τότ' ἐόντων I. 4.27

    ὁ δ' ἐθέλων τε καὶ δυνάμενος ἁβρὰ πάσχειν fr. 2. 1. τιν' ἄνδρα τῶν θανόντων fr. 4. τῷ παρέοντι fr. 43. 4.

    τῶν γὰρ ἀντομένων Pae. 2.42

    τὸ δ' εὐβουλίᾳ τε καὶ αἰδοῖ ἐγκείμενον Pae. 2.52

    ὁ δὲ καλόν τι πονήσαις Pae. 2.66

    τά τ ἐόντα τε κα[ὶ ] πρόσθεν γεγενημένα Pae. 8.83

    ὁ δὲ μηδὲν ἔχων Παρθ. 1.. τὸ πεπρωμένον fr. 232.
    4 c. inf., pro subs.

    τὸ δὲ τυχεῖν O. 2.51

    τὸ λαλαγῆσαι O. 2.97

    τὸ διδάξασθαι O. 8.59

    τὸ μὴ προμαθεῖν O. 8.60

    τό γε λοιδορῆσαι O. 9.37

    τὸ καυχᾶσθαι O. 9.38

    τὸ δὲ παθεῖν P. 1.99

    τὸ πλουτεῖν δὲ P. 2.56

    καὶ τὸ σιγᾶν N. 5.18

    ὦ Μέγα, τὸ δ' αὖτις τεὰν ψυχὰν κομίξαι οὔ μοι δυνατόν N. 8.44

    τὸ δὲ φυγεῖν Δ... τὸ γὰρ πρὶν γενέ[σθαι (G-H, sed alia possis) Παρθ. 1. 20.
    5 c. adv.
    a pro subs.

    τῶν γε νῦν O. 1.105

    τὸ πόρσω δ' ἐστὶ σοφοῖς ἄβατον κἀσόφοις O. 3.44

    νεότατος τὸ πάλιν ἤδη O. 10.87

    τῶν πάροιθε P. 2.60

    τὰ πόρσω P. 3.22

    τῶν πάλαι P. 6.40

    τῶν νῦν δὲ P. 6.43

    ὁ δ' ἐχθρὰ νοήσαις ἤδη φθόνος οἴχεται τῶν πάλαι προθανόντων ( τῶν προθανόντων?) P. 2.56
    b pro adv.

    τὸ πολλάκις O. 1.32

    ἀμφοτέροις ὁμοῖοι τοκεῦσι, τὰ ματρόθεν μὲν κάτω τὰ δ' ὕπερθε πατρός P. 2.48

    εἶδον γὰρ τὰ πόλλ' ἐν ἀμαχανίᾳ ψογερὸν Ἀρχίλοχον P. 2.54

    τὸ νῦν τε καὶ τὸ λοιπὸν P. 5.117

    τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξειP. 8.51 τὸ πρῶτονP. 9.41

    τὸ πρίν P. 11.39

    τό γέ νυν P. 11.44

    τὰ πόλλ N. 2.2

    τὸ πρῶτον N. 3.49

    τὸ λοιπὸν N. 7.45

    τὸ πάροιθε fr. 33d. 1. τίμαθεν γὰρ τὰ πάλαι τὰ νῦν τ' Παρθ. 2. 42.
    6 c. subs. phrase.

    τὸ δὲ φυᾷ κράτιστον ἅπαν O. 9.100

    Ἰσθμοῖ τά τ' ἐν Νεμέᾳ O. 13.98

    τὰ δ' Ὀλυμπίᾳ O. 13.101

    τὰ δ' ὑπ ὀφρύι Παρνασσίᾳ O. 13.106

    ἀνέχει τότε μὲν τὰ κείνων P. 2.89

    τὸ πὰρ ποδός P. 3.60

    τὰ δ' εἰς ἐνιαυτὸν P. 10.63

    τῶν γὰρ ἀνὰ πόλιν εὑρίσκων τὰ μέσα μακροτέρῳ ὄλβῳ τεθαλότα P. 11.52

    τὰ δ' οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ N. 2.23

    Γαδείρων τὸ πρὸς ζόφον οὐ περατόν N. 4.69

    τὰ μὲν ἀμφὶ πόνοις ὑπερώτατα N. 8.42

    τὰ δ' ἄλλαις ἁμέραις πολλὰ μὲν ἐν κονίᾳ χέρσῳ, τὰ δὲ γείτονι πόντῳ φάσομαι N. 9.42

    μακρὰ μὲν τὰ Περσέος ἀμφὶ Μεδοίσας Γοργόνος N. 10.4

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ as for what comes from Zeus N. 11.43 but cf. 2d supra.
    7 ὁ αὐτός, the same

    τωὔτ' ἐπὶ χρέος O. 1.45

    μηνός τε τωὐτοῦ O. 13.38

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμφιπολεῖν ἀπορία τελέθει (Σ: ταῦτα codd.) N. 7.104
    8 fragg. ]

    ογοι τῶν γε δε[ Pae. 6.176

    ὁ μέγιστ[ος Πα. 7. a. 3.

    τῷ δ[ Pae. 10.22

    πολ]λὰ μὲν τὰ πάροιθ' τὰ δ α[ Παρθ. 2. 31. τὸ δ ἀλαθε[ ] κατέστα φάος[ ?fr. 337. 9.

    Lexicon to Pindar >

См. также в других словарях:

  • ναός — Ο χώρος που είναι αφιερωμένος στη λατρεία του θεού, η κατοικία του θεού. Η έννοια του ν. συνδέεται γενικά με την έννοια του ιερού που, πιθανότατα, προηγείται και που σημαίνει έναν χώρο, συνήθως φυσικό, όπου η θεότητα εκδηλώνει την παρουσία και τη …   Dictionary of Greek

  • χειροποίητος — η, ο / χειροποίητος, ον, ΝΜΑ [χειροποιῶ] νεοελλ. κατασκευασμένος, επεξεργασμένος ή φιλοτεχνημένος με το χέρι, σε αντιδιαστολή προς τον μηχανοποίητο (α. «χειροποίητα υποδήματα» β. «χειροποίητα κεντήματα») μσν. αρχ. κατασκευασμένος από ανθρώπινα… …   Dictionary of Greek

  • πλάσσω — και πλάττω, ΝΜΑ, και πλάθω Ν 1. δίνω μορφή ή σχήμα σε κάτι, διαμορφώνω, σχηματίζω (α. «καὶ ἔπλασε τὸν κόσμον εἰς ἑπτὰ ἡμέρας», ΠΔ β. «τὰ μέλη τοῡ σώματος, εὐθὺς ἀπὸ γενέσεως πλάττειν τῶν τέκνων ἀναγκαῑον ἐστι», Πλούτ.) 2. (κυρίως) κατεργάζομαι… …   Dictionary of Greek

  • Πετράκη, μονή — Βρίσκεται στην Αθήνα, πίσω από το νοσοκομείο Ευαγγελισμός, μέσα σε μικρή συστάδα από αιωνόβια πεύκα και κυπαρίσσια, που αποτελούν το τελευταίο υπόλειμμα του δάσους που σκέπαζε παλιότερα την περιοχή. Στο κτίριο που χτίστηκε τελευταία στην Α πλευρά …   Dictionary of Greek

  • RESPONSA — Oracula sunt apud Poetas. Virg. Aen. l. 6. v. 799. Caspia Regna Responsis horrent Divûm. Ibid. v. 344. Hôc unô responsô animum delusit Apollo. Lucretius, l. 1. v. 737. Ex adyto tamquam cordis Responsa dedêre Sanctius, et multo certâ ratione magis …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Nike des Paionios — mit Kopfteil Die Nike des Paionios ist eine der wenigen antiken rundplastischen Nikedarstellungen, die als Künstleroriginal erhalten blieb. Der griechische Bildhauer Paionios von Mende schuf die frühklassische Skulptur um 420 v. Chr. aus… …   Deutsch Wikipedia

  • VAH — Graece οὐὰ vel οὐᾶ, quod ex Latino ortum; vocula insultantis, Marci c. 15. v. 29. Οὐὰ ὀ καταλύων τὸν ναὸν. Item laudantis et admirantis, idem que valet, quod ςθαυμαςτῶς, σοφῶς, ῏εν, ὕπερευ, et similes. Apud Comicos frequens, Vah, qualem me putas… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ουά — (Α οὐά και οὐᾱ) νεοελλ. ήχος από κλάμα μωρού αρχ. επιφώνημα θαυμασμού, αποδοκιμασίας, σχετλιασμού, ειρωνείας ή έκπληξης («οὐὰ ὁ καταλύων τὸν ναὸν καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις οἰκοδομῶν», ΚΔ). [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. văn / vaha, επιφώνημα θαυμασμού ή… …   Dictionary of Greek

  • ποιώ — (I) ποιῶ, έω, ΝΜΑ, αιολ. τ. πόημι, δωρ. τ. ποιFέω, αττ. τ. ποῶ, Α 1. δημιουργώ, δίνω ύπαρξη σε κάτι (α. «ὁ πάλαι ἐξ οὐδενὸς ποιήσας τὰ σύμπαντα», Μηναί. β. «ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν», ΠΔ γ. «χρύσεον μὲν πρώτιστα γένος… …   Dictionary of Greek

  • АФАНАСИЙ I ВЕЛИКИЙ — [Греч. ̓Αθανάσιος ὁ Μέγας] (ок. 295, Александрия? 2.05.373, там же), cвт. (пам. 18 янв., 2 мая), еп. Александрийский (с 8 июня 328), великий отец и учитель Церкви. Свт. Афанасий Великий. Фреска собора мон ря прп. Антония Великого в Египте. XIII в …   Православная энциклопедия

  • Согласительное исповедание 433 г. — Эту статью следует викифицировать. Пожалуйста, оформите её согласно правилам оформления статей. Согласительное исповедание 433 года.(уния в 433 года). Решения Эфесского собора 431 года, который проводили …   Википедия

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»